«Nosferatu» (2024): Επαρκής ατμόσφαιρα, ανεπαρκής ουσία;
Έχουμε χρόνο για εισαγωγή;
Πλοκή;
"Στην
καρέκλα του σκηνοθέτη":
Το κομμάτι της σκηνοθεσίας αναλαμβάνεται από τον
δεξιοτέχνη δημιουργό Ρόμπερτ Έγκερς.
Ο συγκεκριμένος καλλιτέχνης ανήκει στην σχολή που εισήγαγε ο Τίμ Μπάρτον και ακολούθησε ο Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο, αυτή του σκοτεινού
παραμυθιού. Βέβαια, ο Έγκερς διατήρησε
το σκοτάδι και απομακρύνθηκε από το «παραμύθι». Οι ιστορίες του έχουν μία ωμή, γεμάτη σύγχυση ρεαλιστική κάλυψη
της εκάστοτε εξεταζόμενης πτυχής. Αυτή θα αναφέρεται είτε σε μία μάγισσα (The Witch, 2015), είτε σε δύο φαροφύλακες (The Lighthouse, 2019), είτε σε
κάποιον βάρβαρο ευγενή πολεμιστή (The Northman, 2022). Η σκηνοθετική του κατεύθυνση είναι εντόνως
ευδιάκριτη, κάτι που επαναλαμβάνει και στο φιλμ που εξετάζεται στην προκειμένη
περίπτωση. Η συγκεκριμένη ιστορία αποτελεί πρότζεκτ-πάθος του σκηνοθέτη που
μετράει πολλά χρόνια, ήδη από την παιδική του ηλικία. Ο νεαρός τότε Ρόμπερτ Έγκερς δε δίστασε να ανεβάσει
μία θεατρική σχολική παράσταση, βασισμένη στο έργο.
Ο δημιουργός επιδεικνύει ιδιαίτερο σεβασμό στην πρωτογενή
του πηγή, καθώς πρόκειται για μία επανέκδοση υπάρχουσας ιστορίας και ταινίας. Αυτό σημαίνει, αφενός ότι εντός της ταινίας
θα δούμε σεκάνς που αποτελούν φόρο τιμής σε ό,τι προηγήθηκε, αφετέρου θα
εισαχθούν εκείνα τα στοιχεία του καλλιτέχνη που συντελούν την προσωπική του
σφραγίδα. Μεγάλα επιβλητικά τοπία εκτείνονται εμπρός, με τους ηθοποιούς να
αποτελούν σκιερές σιλουέτες στο κέντρο του κάδρου. Όταν το οπτικό πεδίο
ελαχιστοποιείται και ο χώρος μικραίνει, ο σκηνοθέτης γνωρίζει τον τρόπο να
καταστήσει ενδιαφέρουσα την εκάστοτε σεκάνς. Θα κρατήσει στατική την κάμερα του, μέχρι να αναγκαστεί να την
μετακινήσει εξαιτίας της προόδου της σκηνής. Αν και ταινία τρόμου, τα
λεγόμενα «Jump
Scare» είναι ελάχιστα, ενώ
όταν προετοιμάζει το έδαφος για οπτική τρομακτική ανατροπή, αφήνει τους/τις
θεατές με την ιδέα του επικείμενου φόβου, αλλά δεν αποκαλύπτει τα χαρτιά του. Βασίζεται στους ηθοποιούς του και μέσα από
τις ερμηνείες των διασκορπίζει τον τρόμο στην κινηματογραφική αίθουσα.
Προφανώς, δε λείπουν οι σκηνές που προκαλούν απέχθεια λόγω της ωμότητας τους,
αλλά δεν προκαλεί εντύπωση, αφού αυτός είναι ένας γνώριμος για τον σκηνοθέτη
δρόμος.
"Στο
σετ του ηθοποιού":
Ο Έγκερς καταφέρνει να συγκεντρώσει ένα υπέρ ταλαντούχο σύνολο ηθοποιών. Μπορεί η «μούσα» του, Άνια Τέϊλορ Τζόι να μην επιστρέφει λόγω της συμμετοχής της στην ταινία: «Furiosa: A Mad Max Saga» (2024), αλλά αντικαθίσταται από την εξαιρετική πρωτοεμφανιζόμενη Λίλι Ρόουζ Ντέπ, κόρη του καταξιωμένου Τζόνι Ντεπ. Η Ντέπ, σε μία από τις πρώτες της ταινίες, αποκαλύπτει -γιατί περί αποκάλυψης πρόκειται- έναν ακατέργαστο ερμηνευτικό πυρήνα που δραστηριοποιείται μέσα από κίνηση και λόγο. Η νεαρή ηθοποιός εντυπωσίασε τον δημιουργό ήδη από το βίντεο της ακρόασης της. Διέκρινε το υποκριτικό της εύρος και της έδωσε την ευκαιρία να ξεφύγει από την κληρονομία του πατέρα της και να βάλει τα θεμέλια για τη δική της. Επιστρατεύει το κορμί της για να επικοινωνήσει τα βάσανα του χαρακτήρα της. Ο χαρακτήρας της διακατέχεται και στοιχειώνεται από το πνεύμα του «Νοσφεράτου», με την Λίλι Ρόουζ Ντέπ να δοκιμάζει μία ιαπωνική πρακτική για να μεταφέρει αυτό που της ζητείται. Το σώμα της πάλλεται από εσωτερικούς σπασμούς, ενώ ο τρόμος παρασύρει τα χαρακτηριστικά της στοιχεία σε μία ερμηνευτική κατεύθυνση που δεν γνωρίζει πρόσφατο προκάτοχο.
Τρεις ηθοποιοί την πλαισιώνουν με τις ερμηνείες του να προσδιορίζονται ως κλασικές του είδους. Ο πρώτος από αυτή την τριανδρία είναι ο Νίκολας Χούλτ. Ο ηθοποιός ταιριάζει στην εποχή και μονοπωλεί τον ενδιαφέρον για το πρώτο μισό της ταινίας. Ο συμπρωταγωνιστής του είναι ο Ααρόν Τέϊλορ Τζόνσον, ένας ηθοποιός, που με την κατάλληλη σκηνοθετική καθοδήγηση μπορεί να πετύχει ερμηνευτικά θαύματα. Ο ρόλος του είναι αυτός του αμφισβητία, του αρνητή, του οποίου η άποψη ανατρέπεται, όσο απλώνεται και διασπείρεται το κακό. Τρίτος είναι η αιτία όλων αυτών, ο Μπίλ Σκάρσγκαρντ στον ρόλο του «κόμη Όρλοκ». Ο καλλιτέχνης σέβεται μεν τους προκατόχους του, αλλά θέλει να κρατήσει και τις αποστάσεις του. Αυτός είναι ο λόγος που αλλάζει άρδην η εξωτερική εμφάνιση του βαμπίρ. Σκηνοθέτης και ηθοποιός στηρίζονται στο βαρύ μακιγιάζ, μία διαδικασία ιδιαιτέρως γνώριμη στον ηθοποιό που συνηθίζει να υποδύεται μεταξύ άλλων πλάσματα και τέρατα. Η ερμηνεία όμως δεν κρύβεται πίσω από αυτό. Ο Σκάρσκαρντ δουλεύει την χροιά της φωνής του. Με εκπαιδευτή που εξειδικεύεται στην όπερα μαθαίνει με ποιον τρόπο θα καταφέρει να παράγει έναν εφιαλτικό ήχο που ταιριάζει σε κάποιον που ψυχορραγεί, αλλά παραμένει επιβλητικός και επικίνδυνος.
Θα αποτελούσε παράλειψη, αν δε γινόταν αναφορά στον Γουίλεμ Νταφόε, έναν αληθινό ηθοποιό-χαμαιλέοντα! Με την ιστορία να έχει ειπωθεί από πολλούς καλλιτέχνες και ερμηνευτές, ο Νταφόε πετυχαίνει να ξεχωρίσει έχοντας υποδυθεί τόσο τον βρικόλακα (Shadow Of The Vampire, 2000), όσο και τη νέμεση του! Πρόκειται για έναν σταθερό πια συνεργάτη του Ρόμπερτ Έγκερς, ο οποίος καταλαβαίνει πλήρως το όραμα του και το μεταφέρει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Μαζί με τον Πήτερ Κάσινγκ, από τις παλιότερες ταινίες και τον Άντονι Χόπκινς από το φιλμ του Φράνσις Φόρντ Κόπολα με τίτλο: «Δράκουλας» (Bram Stoker’s Dracula, 1992), είναι οι καλύτεροι που ανέλαβαν και περάτωσαν τον ρόλο!
Cut, it’s a wrap:
Η ταινία προτάθηκε για τέσσερα βραβεία όσκαρ ανάμεσα τους και για το αντίστοιχο «καλύτερης φωτογραφίας», αλλά δεν κατάφερε να αποσπάσει κανένα. Η ευθύνη για την τελική απόδοση του φιλμ δεν βαραίνει τους συντελεστές, αλλά την ιστορία την ίδια. Με αυτή την εκδοχή φθάνουμε τις τέσσερις επίσημες ταινίες «Νοσφεράτου», ενώ τα φιλμ που πραγματεύονται τον χαρακτήρα του «Δράκουλα», δίχως υπερβολές είναι δεκάδες! Ο Έγκερς καταφέρνει να προσθέσει άλλη μία μεστή εκδοχή της ιστορίας, με οπτικά εφέ που διατηρούν και εξελίσσουν την υπάρχουσα παράδοση, και αυτό ακριβώς φθάνει! Κλείνοντας, το νέο κοινό αξίζει και μπορεί να λέει πλέον ότι αυτή η ταινία αποτελεί τον «Νοσφεράτου» της δικής τους γενιάς.
Θα έβαζα με ρίγος 7,1/10 σε κλίμακα μέτρησης «αυτά μου αρέσουν».
Διάρκεια: 2 ώρες και 12 λεπτά
Είδος: Θρίλερ τρόμου
Σκηνοθεσία: Ρόμπερτ Έγκερς
Πρωταγωνιστές: Λίλι Ρόουζ Ντέπ, Νίκολας Χούλτ, Μπίλ
Σκάρσγκαρντ, Ααρόν Τέϊλορ Τζόι, Γουίλεμ Νταφόε.
#ΓιώργοςΤοκμακίδης #GiorgosTokmakidis #Blog #WritersOfTheDigitalRoundtable #Writehood #Άποψη #Κριτική #Κινηματογράφος #RobertEggers #Nosferatu #HorrorThriller #LilyRoseDepp #BillSkarsgard
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Επ, μη ξεχνάς να σχολιάσειςςς