«Καλλίπολη 1915» (1981): Ένα Αντιπολεμικό Road Trip!
Έχουμε
χρόνο για εισαγωγή;
Σε προηγούμενο άρθρο αναφερθήκαμε στο απόλυτο
αριστούργημα του Ντέιβιντ Λιν με
τίτλο: «Λώρενς Της Αραβίας» (1961).
Η αναφορά έγινε στο πλαίσιο του διαστήματος της επετείου της 25ης Μαρτίου. Θα ήταν πραγματικά μία χαμένη
ευκαιρία, αν δεν κάναμε λόγο για άλλη μία ταινία που αναφέρεται εξίσου στο
ευρύτερο "ανατολικό" μέτωπο. Για να είμαστε ειλικρινείς, αναζητούσαμε μία δικαιολογία, ένα
πρόσχημα για να μιλήσουμε για τον σχετικά άγνωστο «θρίαμβο» του Πίτερ Γουέιρ με τίτλο: «Καλλίπολη 1915» (Gallipoli, 1981).
Πλοκή;
Βρισκόμαστε στα μέσα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η
συμμετοχή της οθωμανικής αυτοκρατορίας στο πλευρό των Κεντρικών Δυνάμεων
ανοίγει πολλαπλά μέτωπα για τους συμμάχους. Η βρετανική αυτοκρατορία απευθύνει κάλεσμα επιστράτευσης στις αποικίες
της για να αντιμετωπίσει τη νέα απειλή. Στην Αυστραλία, ο δεκαεπτάχρονος
αθλητής του στίβου, Άρτσι αισθάνεται την
ανάγκη να υπηρετήσει και να κάνει το χρέος του προς την αυτοκρατορία. Σε
τοπικό αγώνα δρόμου που θα κερδίσει, θα
γνωρίσει τον Φρανκ, ο οποίος δε μοιράζεται το ίδιο πάθος για ηρωισμό στο πεδίο
της μάχης. Οι μοίρες τους θα διασταυρωθούν με τέτοιον τρόπο που θα
καταλήξουν να καταταγούν. Σε ένα κλίμα
έκρυθμης σύγκρουσης και εμπόλεμης σύρραξης, οι δύο νέοι θα κληθούν να
αγωνιστούν για την ίδια τους τη ζωή, καθώς κατευθύνονται σε μία κόλαση επί της
γης.
«Στην
καρέκλα του σκηνοθέτη»:
Η ήπειρος της Αυστραλίας έχει προσφέρει δύο πολύ
σημαντικούς δημιουργούς στην παγκόσμια σκηνή του κινηματογράφου, τον Πίτερ Γουέιρ και τον Τζόρτζ Μίλερ. Το φιλμ που επιλέξαμε
χρεώνεται στον πρώτο και με αυτό ακριβώς χαιρετίζει καλλιτεχνικά την αρχή της
δεκαετίας του ’80. Ο Γουέιρ έχοντας
ορισμένες ανεξάρτητες ταινίες στο ενεργητικό του, βρίσκεται δημιουργικά στη
θέση να αναλάβει μία ταινία ιστορικού περιεχομένου. Στο μυαλό του βρίσκεται
η πολεμική προσπάθεια της χώρας του κατά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Στην επιστροφή του από την Αγγλία κάνει μία
στάση στην Τουρκία και περιπλανιέται στην χερσόνησο της Καλλίπολης. Το μέρος
δεν έχει αλλάξει δραματικά από εκείνη την εποχή, δεδομένης της διατήρησης της στρατιωτικοποιημένης
ζώνης από τις τουρκικές αρχές. Ο νέος δημιουργός
περιπλανιέται στα χαρακώματα και βρίσκει την έμπνευση του. Με τον στενό του
συνεργάτη Ντέιβιντ Γουίλιαμσον
καταπιάνονται ευθύς με τη συγγραφή της ιστορίας.
Αναγνωρίζουν
από την αρχή ότι το ιστορικό δράμα δεν έχει εμπορικές βλέψεις.
Αλλάζουν άρδην τον πυρήνα της κατεύθυνσης της σκέψης τους και μέσα από ιστορίες
που άκουσαν σε νεαρή ηλικία, αλλά και μαρτυρίες βετεράνων, συνθέτουν μία ιστορία που καταλήγει μεν στο μέτωπο, αλλά στην
πραγματικότητα αποτελεί την πορεία δε μίας φιλίας προς την ενηλικίωση.
Θεωρούν ορθώς, ότι τα γεγονότα που συνέβησαν στην Καλλίπολη το 1915 θα έχουν
αληθινό αντίκτυπο σε ένα μοντέρνο κοινό, μόνο αν αυτό ταυτιστεί με τους κεντρικούς
χαρακτήρες, και το πετυχαίνουν! Οι πρωταγωνιστές του φιλμ ενσαρκώνουν ένα
ιδεολογικό δίπολο «αναγκάζοντας» τους/τις θεατές να επιλέξουν πλευρά. Αυτή η διττή διάσταση που «κυκλώνει»
συγγραφικά τους χαρακτήρες διακρίνεται και στη δομή της τελικής ταινίας.
Μία αθώα με ρομαντική υφή ατμόσφαιρα δεσπόζει το μεγαλύτερο μέρος του φιλμ, ενώ
υποχωρεί απότομα με το που φθάνουμε στην παραλία της Καλλίπολης.
Η
ταινία αυτή καθ’ αυτή τώρα δεν ήταν εύκολη υπόθεση να οργανωθεί και να γυριστεί. Ας μη
λησμονούμε σε αυτό το σημείο, πως δεν πρόκειται για μία αμερικάνικη παραγωγή
του Χόλυγουντ, αλλά για μία σε βαθμό ανεξάρτητη αντίστοιχη της Αυστραλίας. Το κόστος του φιλμ έφθασε τα δύο
εκατομμύρια δολάρια, το μεγαλύτερο ποσό που είχε δοθεί μέχρι τότε, με τους
συντελεστές να δίνουν τη δική τους μάχη για να τα λάβουν. Ο Πήτερ Γουέιρ όμως
γνώριζε με ποιον τρόπο να τα χρησιμοποιήσει και τους δικαιώνει. Αποφασίζει να μη φύγει από την νότια
Αυστραλία και γυρίζει το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας του εκεί. Απεικονίζει
το αραιοκατοικημένο ερημικό τοπίο και υποσυνείδητα δίνει στο κοινό του την έλλειψη επιλογών, τόσο στην επαγγελματική
αποκατάσταση, όσο και στην περιπέτεια που έχουν οι νέοι στην Αυστραλία στις
αρχές του 20ου αιώνα.
Μεταφέρει την παραγωγή του στην Αίγυπτο, μονάχα για τις αντίστοιχες σεκάνς που διαδραματίζονται στο Κάιρο και αποδίδει πανέμορφα κάδρα δικαιώνοντας για άλλη μία φορά το ρίσκο και το στοίχημα που λαμβάνει. Η «παραλία της Καλλίπολης» στήνεται στο λιμάνι Πορτ Λίνκολν και έκτοτε το κομμάτι, στο οποίο πραγματοποιήθηκαν τα γυρίσματα, φέρει αυτή την ονομασία. Η σκηνή του χορού, που προηγείται της απόβασης, δεν ήταν στο σενάριο, αλλά ο σκηνοθέτης επιθύμησε την προσθήκη της ως καταλυτική τομή για την αφήγηση της ιστορίας του. Το μη προγραμματισμένο κόστος αυτής της σεκάνς απέτρεψε την παραγωγή από το να δείξει εκτενώς τη διαδικασία της απόβασης, αλλά για άλλη μία φορά, ο Γουέιρ έρχεται για να σώσει την κατάσταση. Καλύπτει θάλασσα και παραλία με πυκνό καπνό δίνοντας την αίσθηση της εμπόλεμης κατάστασης. Σε συνεντεύξεις της εποχής δήλωσε πόσο δύσκολο ήταν να πειθαρχήσει 600 κομπάρσους, αλλά και πόσο παθιάστηκαν με αυτή την ιστορία, όσο προχωρούσαν προοδευτικά γυρίσματα και πλοκή.
«Στο
σετ του ηθοποιού»:
Ο δημιουργός εστιάζει στο νεαρό της ηλικίας των πρωταγωνιστών του. Πράγματι, οι άνδρες που επάνδρωσαν τόσο τις τάξεις των «ANZAC» (Australian and New Zealand Army Corps), όσο και των «Australian Light Horse» (ιππικό) ήταν ως επί το πλείστον νεαροί, ίσως ιδεολόγοι, οι οποίοι αγνοούσαν τον τρόπο που διεξαγόταν ο πόλεμος, και εδώ γίνεται λόγος για τον αποκαλούμενο «πόλεμο που θα τελειώσει όλους τους πολέμους»!
Αυτός είναι λοιπόν ο λόγος που βλέπουμε τον Μέλ Γκίμπσον σε έναν από τους πρώτους
πρωταγωνιστικούς ρόλους του μετά τη συμμετοχή του στην πρώτη ταινία της σειράς «Mad Max»
(1979). Θα χρησιμοποιήσουμε μία φράση του Πίτερ
Γουέιρ και θα πούμε ότι ο κινηματογραφικό φακός λατρεύει τον ηθοποιό και
εκείνος ανταποδίδει τη χάρη με μία προσγειωμένη -σε μέτρα και σταθμά Μέλ
Γκίμπσον- ερμηνεία. Είναι απόλυτα χαρισματικός,
μετατρέπει τον κυνισμό του χαρακτήρα του σε ένα γοητευτικό χαρακτηριστικό, με
την υποκριτική του δεινότητα να αποκαλύπτεται στα τελευταία λεπτά της ταινίας,
όπου κλείνει η μουσική και απομένει το σφύριγμα της εφόδου... Συμπρωταγωνιστής
του είναι ο πρωτοεμφανιζόμενος Μάρκ Λι,
ο οποίος λειτουργεί σε μεγάλο μέρος της ταινίας ως ο κύριος πρωταγωνιστής. Πρωταρχικός ρόλος του ηθοποιού είναι να μεταφέρει στην οθόνη τον ενθουσιασμό του
μέσου αυστραλού έναντι της «πρόκλησης» του πολέμου. Η δυναμική του με τον Γκίμπσον είναι πηγαία και η μεταξύ τους αλληλεπίδραση
συνιστά τον συναισθηματικό πυρήνα του έργου.
Cut, it’s a wrap:
Η ταινία έκανε μεγάλη επιτυχία στην Αυστραλία, ενώ κινήθηκε μέτρια στο εξωτερικό. Το θέμα είναι ότι μέσα από αυτή αναδείχτηκαν τόσο ο Γουέιρ, όσο και ο Γκίμπσον, των οποίων οι καριέρες ακολούθησαν ανοδική ολότελα πορεία. Επιστρέφοντας και κλείνοντας για το φιλμ, δεν έχει ακόμα και σήμερα την αναγνωρισιμότητα που του αξίζει, καθώς πρόκειται για μία προσωπική ιστορία που δεν ακολουθεί τη συνήθη φόρμα. Ο σκηνοθέτης προβαίνει σε ένα βαθύ σχόλιο μέσω του έργου του, αναφορικά με τη ρομαντικοποίηση και ωραιοποίηση του πολέμου από τον κοινωνικό περίγυρο, αλλά και με τις λανθασμένες αποφάσεις εγωιστικών διαταγών, με αμφίβολη επιτυχία, που στέλνουν τους νέους ανθρώπους ευθύς προς τον θάνατο τους. Η μουσική του Ζαν Μισέλ Ζαρ από την άλλη υπογραμμίζει την τελευταία φράση μας με τον πιο απόλυτο και συνάμα μοντέρνο τρόπο.
Το
μικρό ιστορικό fun fact:
Αν μπορούμε να κάνουμε μία σύντομη αναφορά στην κατάληψη της Καλλίπολης από στρατηγικής άποψης, θα λέγαμε πως η επιχείρηση ήταν καταδικασμένη σχεδόν από την αρχή. Πριν το ξέσπασμα του πρώτου παγκοσμίου πολέμου υπήρχε το φιλόδοξο σχέδιο του Ιωάννη Μεταξά για κατάληψη της χερσονήσου στο πλαίσιο προληπτικού χτυπήματος από τις ελληνικές δυνάμεις. Απώτερος σκοπός ήταν να πιεστεί η Τουρκία να αναγνωρίσει τις εδαφικές νίκες της Ελλάδας μετά τον δεύτερο Βαλκανικό πόλεμο.
Θα
έβαζα με συναισθηματική φόρτιση 8,2/10 σε κλίμακα μέτρησης «αυτά μου αρέσουν».
Διάρκεια: 1 ώρα και 50 λεπτά
Είδος: Ιστορική-πολεμική
Σκηνοθεσία: Πίτερ Γουέιρ
Πρωταγωνιστές: Μέλ Γκίμπσον, Μάρκ Λί.
#ΓιώργοςΤοκμακίδης #GiorgosTokmakidis #Blog #WritersOfTheDigitalRoundtable
#Writehood
#Άποψη #Κριτική #Κινηματογράφος #PeterWeir
#Gallipoli #HistoricWar #MelGibson #MarkLee
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Επ, μη ξεχνάς να σχολιάσειςςς