«Birdman ή (Η Απρόσμενη Αρετή Της Αφέλειας)» (2014): Θέατρο και Κινηματογράφος Ενώνονται Απόλυτα και Καταλυτικά!

Έχουμε χρόνο για εισαγωγή;

Έπειτα από τη δημοσίευση δύο άρθρων για την «Ημέρα Θεάτρου» φθάνουμε στο κλείσιμο του σύντομου αφιερώματος. Πέρασε η Μεγάλη Εβδομάδα! Πρέπει να τελειώνουμε, για να μιλήσουμε για βιβλικές-επικές ταινίες. Με τις ημέρες και τον χρόνο να τρέχει σχεδόν ενάντια στη θέληση μας, θα μιλήσουμε σήμερα για το αεικίνητο διαρκές θαύμα του Αλεχάντρο Ιναρίτου με τίτλο: «Birdman ή Η Απρόσμενη Αρετή Της Αφέλειας» (Birdman or The Unexpected Virtue Of Ignorance, 2014). Πάμε να δούμε αν θα ενδώσουμε στις εσωτερικές μας φωνές ή θα απελευθερωθούμε πετώντας στο άγνωστο με φάρο την αφέλεια.

Πλοκή;

Ο Ρίγκαν Τόμσον, κινηματογραφικός αστέρας κατά τη δεκαετία του ’90, αποπειράται να δοκιμάσει τις ερμηνευτικές του ικανότητες στο θέατρο του Μπρόντγουεϊ. Το βάρος και η ευθύνη που πέφτει στους ώμους του αποδεικνύονται δυσβάσταχτα. Έχει να αντιμετωπίσει τον αγχώδη του ατζέντη, να επιβληθεί στον εκκεντρικό του συμπρωταγωνιστή, να εμψυχώσει την συνεσταλμένη του  συμπρωταγωνίστρια, και να συμπαρασταθεί στην προβληματισμένη του κόρη. Βέβαια, η μεγάλη διαμάχη βρίσκεται μέσα του, ανάμεσα στον καλλιτέχνη που έχει ανάγκη να επικοινωνήσει την τέχνη του και τον πάλαι ποτέ διάσημο ηθοποιό υπερηρωικών ταινιών. Μέσα σε ένα κλίμα έντονων προβών και ανεπίσημων καταστροφικών πρεμιέρων, ο Ρίγκαν θα κληθεί να απαντήσει στο αφελές ερώτημα για το ποιος αξίζει να επιχειρεί επάνω στο θεατρικό σανίδι.

«Στην καρέκλα του σκηνοθέτη»:

Στη θέση του σκηνοθέτη, που αναλαμβάνει το σχεδόν ακατόρθωτο εγχείρημα να ισορροπήσει μεταξύ θεάτρου και κινηματογράφου, κάθεται εν πλήρει συνειδήσει ο πολυβραβευμένος με κάθε λογής όσκαρ Αλεχάντρο Ιναρίτου. Ο δημιουργός έχει πολυδιάστατο ρόλο σε ένα έργο που μπορεί, δίχως πάθος, συγκίνηση και υπερβολή να θεωρηθεί «πνευματικό του παιδί». Πέρα από την σκηνοθεσία της ταινίας, στέκεται πίσω από την παραγωγή της, ενώ συνυπογράφει και το σενάριο της. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο πρωταγωνιστής του φιλμ του αποτελεί έναν τρόπον τινά υπερβολικό αντικατοπτρισμό του. Μέσα από το έργο του καταφέρνει να κάνει ένα σχόλιο πάνω σε μία θεματική που τον απασχολεί, όπως απασχολούσε πολύ κόσμο της βιομηχανίας εκείνη την πρόσφατη εποχή. Η δεκαετία του ’10 είδε να ξεπροβάλλει ένα νέο κινηματογραφικό είδος, και αυτό δεν ήταν άλλο από το αντίστοιχο «υπερηρωϊκό», το οποίο εν πολλοίς συνδύασε στοιχεία από κάθε είδος. Ο κόσμος φάνηκε να εμπιστεύεται την εν λόγω σκηνή περισσότερο από τις υπόλοιπες, στις οποίες γύρισε ευθύς την πλάτη του. Σκηνοθέτες, όπως ο Μάρτιν Σκορσέζε έχουν δηλώσει αναντίρρητα πως αυτές οι ταινίες δεν ανήκουν στον κινηματογράφο και θυμίζουν θεματικά πάρκα ψυχαγωγίας. Ο Ιναρίτου, εκμεταλλευόμενος την υφιστάμενη κατάσταση, έρχεται για να πει αντικειμενικά την γνώμη του!

Ο τρόπος όμως που την αναφέρει διαφέρει σε σχέση με όλα όσα έχουμε δει στο παρελθόν. Παρά τις αποτρεπτικές προτάσεις του φίλου του, Μάικ Νίκολς, αποφασίζει να γυρίσει το φιλμ του διατηρώντας ένα συνεχόμενο μονοπλάνο. Αυτή η πρακτική τεχνική μπορεί να μην φαντάζει τόσο πρωτοποριακή και πρωτότυπη πια, αλλά πριν έντεκα χρόνια είχε εκπλήξει το σύνολο του καλλιτεχνικού κόσμου. Πρόκειται για μία εξαιρετικά απαιτητική διαδικασία κινηματογράφησης, η οποία χρειάζεται μελέτη και υπολογισμό. Η κάμερα ενσωματώνεται στο έμψυχο δυναμικό και συμπρωταγωνιστεί με τους ερμηνευτές. Η κίνηση της διαρκής και προσεγμένη, καθώς δεν υπάρχει δεύτερη ευκαιρία. Ο ρυθμός βασίζεται επάνω της και ο τόνος περνάει από μέσα της. Η ταινία φέρει 16 ορατά κοψίματα. Οι ηθοποιοί επωμίζονται ακόμη μεγαλύτερο βάρος, αφού δεν έχουν την πολυτελή επιλογή να «ανασαίνουν» παραπάνω από αυτό που συνιστά ο ρόλος τους. Κάθε αμελητέο λάθος, κάθε ενστικτώδες σφάλμα από μέρους τους συνεπάγει στην ακύρωση της εκάστοτε σεκάνς και την κινηματογράφηση της από την αρχή. Βέβαια, τα γυρίσματα διήρκησαν λιγότερο από δύο μήνες και το μοντάζ χρειάστηκε δύο εβδομάδες για να ολοκληρωθεί. Αυτό σημαίνει πως η προεργασία στο κομμάτι της προπαραγωγής είχε επιτευχθεί στον απόλυτο βαθμό, ενώ στο αντίστοιχο της υποκριτικής επεδείχθη άκρατος επαγγελματισμός. 

«Στο σετ του ηθοποιού»:

Πρωταγωνιστής της ταινίας, στον ρόλο του «Ρίγκαν», είναι ο ερμηνευτικός χαμαιλέοντας που απαντάει και ελίσσεται με το όνομα Μάικλ Κίτον. Η καριέρα του ηθοποιού σημαδεύτηκε από μεγάλες δόξες, ιδίως μέσα από τη συνεργασία του με τον σκηνοθέτη Τίμ Μπάρτον, αλλά ακολούθησε φθίνουσα πορεία με το πέρας των χρόνων. Ο Κίτον δεν έφταιξε κάπου, απλώς ήταν πάρα πολύ καλός για τους σύγχρονους του σκηνοθέτες και παραγωγούς. Η ιδέα πίσω από το σενάριο ομολόγει κατά κάποιο τρόπο την προσωπική ιστορία του ηθοποιού και αυτός ακριβώς είναι ο λόγος που η ερμηνεία του αγγίζει και κρατάει σφιχτά τα όρια του αψεγάδιαστου. Εντός του έργου εκπέμπει υποκριτικά σε δύο επίπεδα, αφενός προς τους συμπρωταγωνιστές του, αφετέρου προς τον ίδιο του τον εαυτό, δίνοντας την χροιά του στην εσωτερική φωνή που του μιλάει. Ακουμπάει όλη τη συναισθηματική παλέτα, θερμά και ψυχρά συναισθήματα, έντονα ξεσπάσματα και μετριοπαθείς παραδοχές που αναδεικνύουν το δεδομένο του ταλέντο. Πολλές φορές γίνεται λόγος για το αν μία ιστορία θα μπορούσε να εξελιχθεί προοδευτικά με τον ίδιο τρόπο, αν άλλαζε ο πρωταγωνιστής. Στην προκειμένη περίπτωση δεν υπάρχει «Birdman», δίχως τον Μάικλ Κίτον.

Η επιτυχία του φιλμ όμως δεν πηγάζει μονάχα από σκηνοθέτη και πρωταγωνιστή, αλλά και από την επιλογή των συμπρωταγωνιστών του τελευταίου. Αυτός είναι και ο λόγος που βλέπουμε έναν αχαλίνωτο Έντουαρντ Νόρτον. Η βιομηχανία έχει ημιτελώς αποτύχει να αναδείξει την κλίμακα του χαρίσματος του, αλλά αυτή η ταινία μας δίνει μία ιδέα για το τι μπορεί να καταφέρει ο ηθοποιός με το κατάλληλο σενάριο και δημιουργική ελευθερία. Είναι κωμικός μέσα στο δράμα του, και δραματικός μέσα στην κωμωδία του, ενώ η άνεση του αποτρέπει το κοινό από το να καταλάβει πραγματικά πότε υποκρίνεται τον χαρακτήρα του, και πότε είναι ο χαρακτήρας του.

Η ερμηνευτική τριάδα ολοκληρώνεται με την Ναόμι Γουότς, άλλη μία ηθοποιό που δεν έχει επιτρέψει στον εαυτό της να δώσει μέτρια ερμηνεία. Αποτελεί ήσυχη δύναμη, με ηχηρό εκτόπισμα και εμπλουτίζει την ταινία με τον ρεαλισμό που χρειάζεται. Οι αντιδράσεις της είναι φυσικές και λειτουργούν, σαν ιδιότυπος μεσάζων ανάμεσα σε ηθοποιούς και σκηνές. Το δικό της υποκριτικό διάβημα ενισχύει η Έμμα Στόουν, η οποία φέρνει έναν μοντέρνο ερμηνευτικό αέρα στο σύνολο του έργου. Έχει κάτι από όλους τους συμπρωταγωνιστές της, καθώς αλληλεπιδρά εξίσου με όλους. Η ηθοποιός συμμετείχε στο φιλμ κατά τη διάρκεια των διαλλειμάτων της από τα γυρίσματα της ταινίας «The Amazing Spiderman 2» (2014).

Τέλος, δε γίνεται να μην κάνουμε μία σύντομη μνεία στον Ζακ Γαλιφιανάκη. Ο ρόλος του μικρός, αλλά εξίσου σημαντικός, όχι μόνο εντός, αλλά και εκτός του έργου. Τα γυρίσματα ήταν, όπως προαναφέρθηκε απαιτητικά, με τον ηθοποιό να διατηρεί τα πρωτεία με τα λιγότερα προφορικά λάθη κατά τη διάρκεια μίας σεκάνς.

Cut! Its a wrap:

Η ταινία προκάλεσε εκκωφαντικό πάταγο με το που κυκλοφόρησε στις κινηματογραφικές αίθουσες. Δεν άφησε περιθώρια αποτυχίας, τόσο σε επίπεδο εισπράξεων, όσο και κατάκτησης βραβείων. Κατάφερε να αποσπάσει τα εξής όσκαρ: «καλύτερης ταινίας», «καλύτερης σκηνοθεσίας», «πρωτότυπου σεναρίου», «καλύτερης φωτογραφίας», αφήνοντας εκτός σχεδόν διαγωνισμού τους υπόλοιπους συμμετέχοντες. Δεν είναι μία εύκολη εμπειρία, αν και άκρως διασκεδαστική, αλλά αν κάποιος/κάποια επενδύσει και δώσει τον απαιτούμενο χρόνο, αναμφίβολα θα κάνει απόσβεση και δε θα το μετανιώσει.


Θα έβαζα με θεατρική φλόγα 9,2/10 σε κλίμακα μέτρησης «αυτά μου αρέσουν».

 

Διάρκεια: 1 ώρα και 59 λεπτά

Είδος: Θεατρική σύγχρονη

Σκηνοθεσία: Αλεχάντρο Ιναρίτου

Πρωταγωνιστές: Μάικλ Κίτον, Έντουαρντ Νόρτον, Ναόμι Γουότς, Έμμα Στόουν, Ζακ Γαλιφιανάκης

#ΓιώργοςΤοκμακίδης #GiorgosTokmakidis #Blog #WritersOfTheDigitalRoundtable #Writehood #Άποψη #Κριτική #Κινηματογράφος #AlejandroInarritu #Birdman #Theatrical #MichaelKeaton #EdwardNorton #NaomiWatts

 

     

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις