«Σκιές Στο Σκοτάδι» (2025): Η Πρώτη Του Είδους, Αλλά Με Δοκιμασμένη Συνταγή;

Έχουμε χρόνο για εισαγωγή;

Το τρέχον έτος ακόμα δεν έχει προβεί στο μεγάλο του κινηματογραφικό άνοιγμα. Σύντομα σκοπεύει να το κάνει και θα είμαστε εκεί για αυτό, Τόμ Κρούζ, ακούς; Μέχρι να φθάσει η στιγμή, θα μιλήσουμε για την επιστροφή ενός πολυαγαπημένου σκηνοθέτη, του «ρυθμικού» Στήβεν Σόντερμπεργκ. Ο δημιουργός δεν είχε απασχολήσει τον χώρο για ένα σεβαστό χρονικό διάστημα, αλλά επέστρεψε τώρα, με νέο πρόσωπο. Ο λόγος για το κατασκοπικό του θρίλερ αγωνίας με τίτλο: «Σκιές Στο Σκοτάδι» (Black Bag, 2025). Πάμε να δούμε πως ο γάμος ανάμεσα σε δύο κατασκόπους μπορεί να αντέξει τα μυστικά των μυστικών τους.

Πλοκή;

Βρισκόμαστε στη σύγχρονη εποχή στη Μ. Βρετανία. Ο Τζόρτζ και η Κέιτ μοιράζονται έναν γάμο, αλλά και έναν επαγγελματικό κοινό χώρο. Εργάζονται σε μία μυστική υπηρεσία πληροφοριών. Κάποια στιγμή, ο διευθυντής της υπηρεσίας καλεί τον Τζόρτζ στο γραφείο του. Η ενημέρωση που λαμβάνει συνιστά ζήτημα υψίστης ασφαλείας και προσοχής, καθώς ένα λογισμικό δολιοφθοράς διέρρευσε από το τμήμα του. Η κατάσταση περιπλέκεται, καθώς όλοι όσοι έχουν πρόσβαση σε αυτό είναι γνωστοί και φίλοι του, με τη σύζυγο του να αποτελεί πιθανό στόχο. Μέσα σε ένα κλίμα δριμείας καχυποψίας και έντονων αποκαλύψεων, ο Τζόρτζ θα δοκιμάσει τις μεθόδους του για να φθάσει στη λύση του μυστηρίου, ακόμα και αν αυτό σημαίνει να έρθει αντιμέτωπος με όλους όσους έχει μάθει να εμπιστεύεται…

«Στην καρέκλα του σκηνοθέτη»:

Όταν αναφερθήκαμε στην επιστροφή του καλλιτέχνη, εννοούσαμε την επάνοδο του στον εμπορικό χώρο, διαφορετικά δεν σταμάτησε να επιμελείται την σκηνοθεσία πληθώρας έργων στη μεγάλη και μικρή οθόνη. Το τελευταίο του φιλμ που προκάλεσε -για εμάς πάντοτε- αίσθηση ήταν το «No Sudden Move» (2021), στο οποίο κατάφερε να συγκεντρώσει ένα πολυπληθή σύνολο μεγάλων ερμηνευτών. Η συνταγή δοκιμασμένη και πετυχημένη, αλλά αυτή τη φορά δεν αφήνει πολλά περιθώρια. Αναλαμβάνει να καθορίσει την κατεύθυνση της φωτογραφίας, αλλά και την αφήγηση της ιστορίας του μέσα από το μοντάζ. Έναν ρόλο εντούτοις δεν επωμίζεται, και αυτός είναι του σεναριογράφου. Εμπιστεύεται για τρίτη φορά τον πλέον στενό του συνεργάτη και βετεράνο σεναριογράφο, Ντέιβιντ Κοέπ, για να εξετάσει μία πτυχή που συχνά παραβλέπεται. 

Αυτό που έχουν κατά νου είναι ένας συνδυασμός ανάμεσα στις κατασκοπικές ταινίες της δεκαετίας του ’60, όπως ο «Απόρρητος Φάκελος Ίπκρες» (The Ipcress File, 1965) με τον Μάικλ Κέιν και το δραματικό φιλμ «Ποιος Φοβάται Την Βιρτζίνια Γούλφ» (Whos Afraid Of Virginia Wolf, 1966) με τον Ρίτσαρντ Μπάρτον και την Ελίζαμπεθ Τέιλορ. Οι αναφορές και οι φόροι τιμής στα προαναφερόμενα έργα είναι σχεδόν διακριτοί, από την επιλογή των ονομάτων, μέχρι και οι στυλιστικές επιλογές των χαρακτήρων. Ο «γάμος» μεταξύ των ειδών λοιπόν πετυχαίνει και το αποτέλεσμα θριαμβεύει σε μία ταινία που διατηρεί σταθερό ρυθμό και ετοιμόρροπο τόνο θεματικά, ανάμεσα στον έλεγχο και το χάος. Όσον αφορά τον ρυθμό, ένα φιλμ που φέρει την σφραγίδα του Σόντερμπεργκ, δε θα μπορούσε να μην καλύπτεται ηχητικά από μία ατέρμονη μελωδία, με τον σκηνοθέτη να γνωρίζει πότε πρέπει να την συγκρατήσει.

Αυτό το κατεξοχήν χαρακτηριστικό στοιχείο της σκηνοθετικής του προσέγγισης διατηρείται καθ’ όλο το εύρος της φιλμογραφίας του, όπως άλλωστε και τα θερμά χρώματα στην παλέτα της φωτογραφίας του. Αυτό που αλλάζει στην προκειμένη περίπτωση είναι ο τρόπος που προβάλλεται το φως τους. Ο δημιουργός αποφασίζει να κλειστεί σε εσωτερικούς χώρους, για να αναδείξει τον ασφυκτικό κλοιό που ολοένα σφίγγει γύρω από τους πρωταγωνιστές του. Αυτό σημαίνει μεταξύ άλλων και τεχνητός φωτισμός, αλλά ακόμα και στον φυσικό αντίστοιχο παρατηρείται η εκπομπή ενός θολού φωτός, καθώς ο κόσμος των κατασκόπων δεν μπορεί να φωτιστεί με αληθινό, αμόλευτο φως. Η επιλογή δίνει στοιχεία «νουάρ» και εντείνει στην ατμόσφαιρά, η οποία από κοινού με το σενάριο εργάζονται για την καταλυτική κλιμάκωση του επιλόγου. Ο Στήβεν Σόντερμπεργκ θεωρεί την ταινία ως ένα προσωπικό του καλλιτεχνικό άνοιγμα προς τον κινηματογράφο του Χάουαρντ Χώκς, αλλά εμείς θα συμφωνήσουμε με το βρετανικό ινστιτούτο κινηματογράφου και θα υποστηρίξουμε ότι το φιλμ βαδίζει στον χώρο του σασπένς του Άλφρεντ Χίτσκοκ.

«Στο σετ του ηθοποιού»:

Πρωταγωνιστής είναι ο Μάικλ Φασμπέντερ, η μεγάλη έκπληξη και κατ’ επέκταση υπόσχεση της κινηματογραφικής βιομηχανίας, που παραγκωνίστηκε τα τελευταία  χρόνια. Αυτό το έργο στέκεται ως εκδήλωση επιστροφής καλλιτεχνών εμπρός και πίσω από τις κάμερες. Ο ηθοποιός είναι εγγύηση ερμηνευτικού εκτοπίσματος και ύψους. Ο σκηνοθέτης του δίνει οδηγίες για μία συγκρατημένη κατεύθυνση, με προοδευτική και σταδιακή έκφραση, η όποια μάλιστα επικοινωνείται σχεδόν υπόρρητα. Ο Φασμπέντερ γνωρίζει σε βάθος πότε πρέπει να αφεθεί μεθοδικά και το επιτυγχάνει επαρκώς.

Συμπρωταγωνίστρια του είναι η Κέιτ Μπλάνσετ στον ρόλο της συζύγου του «Κέιτ». Η ηθοποιός δεν χρειάστηκε να διαβάσει το σενάριο για να δεχτεί. Με το που ενημερώθηκε ποιος σκηνοθετεί και ποιος γράφει, η απόφαση ήταν απόλυτα θετική. Το ίδιο συνέβη και από την αντίπερα πλευρά, καθώς επιθυμούσαν μία «αρχοντική» ηθοποιό, με στοιχεία από κλασικό Χόλυγουντ, για να σταθεί δίπλα στην εξίσου κλασική προσέγγιση του χαρακτήρα του Μάικλ Φασμπέντερ. Η Μπλάνσετ δεν έχει προσφέρει ποτέ στην καριέρα της μέτρια ερμηνεία. Προσωπικές της επιλογές εντούτοις, της στερούν από μία εκφραστική μεταφορά του ρόλου της.

Οι υπόλοιποι ηθοποιοί που τους πλαισιώνουν, επιτελούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το έργο τους. Ο Τόμ Μπούρκ αποτελεί έναν από τους πιο ρεαλιστικούς χαρακτήρες, με συναισθηματικά φορτισμένα ξεσπάσματα. Η Ναόμι Χάρις κινείται εκ του ασφαλούς σε έναν άκρως λογικό ρόλο σύμφωνα με τις επιταγές της γραφειοκρατίας στην υπηρεσία. Ο Ρεζέ Ζάν Πέζ φέρνει μία μοντέρνα εκδοχή του υπερ-κατασκόπου «Τζέιμς Μπόντ». Η Μαρίζα Αμπέλα, αν και σε μικρότερο ρόλο δεν αφήνεται αβοήθητη. Ο Κοέπ με καίριες παρεμβάσεις διαμορφώνει ένα ενδιαφέρον πλαίσιο προς ανάπτυξη. Τέλος, στην ταινία συμμετέχει και ο Πίρς Μπρόσναν σε ρόλο έκπληξη.

Cut! Thats a wrap:

Γιατί η πρώτη του είδους; Πράγματι, το φιλμ δανείζεται πολλά πράγματα από πολλά έργα, στην καλύτερη περίπτωση πρόκειται για έναν επιτυχημένο συνδυασμό, μία ικανοποιητική προσθήκη στο υπάρχον είδος. Δε λέμε ότι δεν είναι κατασκοπική ταινία, αλλά εντός αυτής συντελείται «εκρηκτική» αναφορά στον πόλεμο στην Ουκρανία. Κάποια στιγμή, ο πόλεμος θα τελειώσει, και ελπίζουμε να τελειώσει στα πλαίσια ειρήνης και όχι πυρηνικού ολέθρου. Αυτή η πτυχή της ανθρώπινης πλέον ιστορίας ίσως να αποσιωπηθεί ή να μετατραπεί σε εύφορο περιβάλλον δράσης. Ανεξαιρέτως του αποτελέσματος, ο μελλοντικός ιστορικός του κινηματογράφου θα κοιτάξει σε αυτό το φιλμ και θα δει την έναρξη της εκμετάλλευσης της ιστορίας σε κινηματογραφικό επίπεδο. Εξάλλου, ο Στήβεν Σόντερμπεργκ μας έχει αποδείξει την σχεδόν προφητική του αξία μέσα από έργα, όπως το «Contagion» (2011).

 

Θα έβαζα με αγωνία ένα 7,2/10 σε κλίμακα μέτρησης «αυτά μου αρέσουν».

 

Διάρκεια: 1 ώρα και 33 λεπτά

Είδος: Κατασκοπικό θρίλερ

Σκηνοθεσία: Στήβεν Σόντερμπεργκ

Πρωταγωνιστές: Μάικλ Φασμπέντερ, Κέιτ Μπλάνσετ, Πίρς Μπρόσναν

#ΓιώργοςΤοκμακίδης #GiorgosTokmakidis #Blog #WritersOfTheDigitalRoundtable #Writehood #Άποψη #Κριτική #Κινηματογράφος #StevenSoderberg #BlackBag #SpyThriller #MichaelFassbender #CateBlanchett #PierceBrosnan

  

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις