«Φιλοκτήτης» (2025): Μία από τις τελευταίες παραστάσεις της κλασικής προσέγγισης!
Έχουμε χρόνο για εισαγωγή;
Σε
αυτό το άρθρο θα κάνουμε ένα διάλειμμα από το τρέχον μας αφιέρωμα και θα
ασχοληθούμε με τα θεατρικά δρώμενα της θερινής σεζόν. Ο λόγος λοιπόν για την παράσταση του μεγάλου τραγικού, Σοφοκλή, με
τίτλο: «Φιλοκτήτης» (409 π.Χ.). Πρόκειται για μία από τις ελάχιστες
διασωθείσες τραγωδίες του τραγικού ποιητού που φθάνει τους 1.471 στίχους. Η κεντρική
του θεματική αφορά την εσωτερική σύγκρουση του ατόμου ανάμεσα στο καθήκον και
τη συμπόνια. Η επιλογή πλευράς θα έχει ως αποτέλεσμα την κρίση του ήθους
και της ψυχής του ήρωα, που θα κληθεί να επιλέξει. Πάμε λοιπόν να δούμε με ποιον τρόπο μεταφέρθηκε το έργου στη σύγχρονη
ελληνική σκηνή από την εταιρεία παραγωγής «Μέθεξις» και το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Αγρινίου.
Πλοκή;
Βρισκόμαστε προς το τέλος του
Τρωικού Πολέμου. Ο Αχιλλέας έχει
πεθάνει και οι Αχαιοί αδυνατούν να καταλάβουν την πόλη. Η προφητεία συνιστά ότι
η κατάληψη της θα επιτευχθεί μονάχα με τη συνδρομή του Φιλοκτήτη και του
μοναδικού του τόξου. Ο Φιλοκτήτης όμως
έχει εγκαταλειφθεί από τους συντρόφους του στο νησί της Λήμνου εξαιτίας της
νοσηρής πληγής του. Ο Οδυσσέας, ο Νεοπτόλεμος και το πλήρωμα τους
κατευθύνονται προς το νησί για να τον πείσουν να έρθει μαζί τους. Μέσα σε ένα κλίμα καλοστημένης πλεκτάνης,
δολερού σχεδίου, αδυναμίας, ενοχής και υπόσχεσης, οι ήρωες θα πρέπει πρώτα να
πείσουν τους εαυτούς τους, πριν αφήσουν την γλώσσα να μιλήσει.
«Στην σκηνή του σκηνοθέτη»:
Αυτή
τη φορά ο δημιουργός που αναλαμβάνει να μεταφέρει το έργο επί σκηνής κινείται
σε δύο παράλληλα ρεύματα. Βρίσκεται τόσο
πίσω, όσο και μπροστά από την σκηνή και απαντάει στο όνομα Γιώργος Κιμούλης.
Ένας ερμηνευτής με μεγάλη εμπειρία, που τα τελευταία χρόνια έχει απασχολήσει
για τους λάθος λόγους. Δε θα μιλήσουμε όμως για αυτά και δε μας ενδιαφέρουν σε
τελικό λόγο! Αντιθέτως, θα αναφερθούμε
στο καλλιτεχνικό του βήμα να επαναπροσδιορίσει την εικόνα του. Αυτός είναι
άλλωστε και ο λόγος που έχει σταθερή παρουσία στις καλοκαιρινές περιοδείες με
κωμικά ως επί το πλείστον έργα, «12η
Νύχτα» (2023) και «Σπασμένη Στάμνα»
(2024) αντίστοιχα.
Φέτος
όμως όλα άλλαξαν, καθώς ο σκηνοθέτης έρχεται να καταπλήξει τους/τις θεατές του
με μία τραγωδία! Υπεύθυνος για τη
μετάφραση και την σκηνοθεσία του έργου, ο κύριος Κιμούλης προσεγγίζει την
πρωτογενή του πηγή με κλασικό τρόπο. Δεν επιθυμεί να προβεί σε κάποιον
πειραματισμό και να μπερδέψει το κοινό του με συμβολισμούς που απεικονίζονται
σε ένα μοντέρνο σκηνικό. Όχι! Γνωρίζει το υλικό του, αλλά και τις επιθυμίες των
θεατών του. Αυτός είναι και ο λόγος που
διατηρεί μία πιο στατική και συντηρητική γραμμή, όσον αφορά τη θέση και την
στάση των ηθοποιών του.
Κύριο
μέλημα του εντούτοις είναι οι ερμηνευτές να διατηρούν διαρκώς μία απόσταση από
τον κεντρικό του χαρακτήρα. Ένα
σκηνοθετικό στοιχείο που αναδεικνύει την κατεξοχήν απέχθεια και αποστροφή, που
φέρει το πρόσωπο του Φιλοκτήτη. Γυρίζοντας στην κλασική προσέγγιση, το
σκηνικό της Μαρίας Φιλίππου αποτελεί
απόδειξη αυτού. Πρόκειται για την πρόσοψη της σπηλιάς του «Φιλοκτήτη», η οποία
«ανεβαίνει» σε μία πλατφόρμα. Η
ιδιαιτερότητα του είναι ότι η είσοδος της σπηλιάς έχει δύο διαφορετικές
εξόδους, γεγονός που διαμορφώνει ένα πλαίσιο πιστότητας. Η κατασκευή έχει
στηθεί πάνω σε μια πυκνή καρπέτα, η οποία φέρει παρόμοιες αποχρώσεις με το
σκηνικό.
Οι Σοφία Νικολαΐδη και Ήλια Στριγγάρη επιμελούνται τα κουστούμια των ηθοποιών. Εξετάζουν σε βάθος το έργο και αποφασίζουν συνειδητά να τηρήσουν ενιαία εικόνα ανάμεσα στην πλειοψηφία των ερμηνευτών. Επιλέγουν μακριά μαλλιά για να απεικονίσουν με οπτικό τρόπο τα χρόνια που έχουν περάσει στον πόλεμο. Ο χαρακτήρας του «Οδυσσέα» ως βετεράνου παλαίμαχου φέρει την πιο έντονη και μακριά κώμη, ενώ το χτένισμα του ακολουθεί μία θαλασσινή νησιωτική λογική. Τα ρούχα τους θυμίζουν πανοπλίες, ενώ είναι μαύρης απόχρωσης, με την αντίστοιχη του χαρακτήρα του «Νεοπτόλεμου» να ακολουθεί παραδοσιακή εξίσου αισθητική. Οι ουδέτεροι σε βαθμό φωτισμοί της Στέλλας Κάλτσου τις αναδεικνύουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
«Στο
σανίδι των ηθοποιών»:
Πρωταγωνιστής αυτού του θεατρικού
εγχειρήματος είναι -όπως προαναφέρθηκε- ο Γιώργος Κιμούλης στον ρόλο του
«Φιλοκτήτη». Ο ηθοποιός
απομακρύνεται από τους ανάλαφρους κωμικούς του ρόλους και ασπάζεται επαρκώς το
δράμα και την τραγικότητα του χαρακτήρα του. Σε συνεννόηση με τον Κυριάκο Κοσμίδη δομούν από κοινού τη δυσκίνητη
κινησιολογία αυτού του χαρακτήρα. Ο Φιλοκτήτης εξαιτίας της πληγής του, που
έχει προκληθεί από το δάγκωμα ενός φιδιού, δυσκολεύεται να κινείται όρθιος.
Σιγά-σιγά υιοθετεί τις συνήθεις του φιδιού και έρπεται διατηρώντας ανθρώπινα
χαρακτηριστικά στην κίνηση του. Ο κύριος
Κιμούλης κατά το πέρας της παράστασης βρίσκεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα
στο πάτωμα, στο σανίδι και ακριβώς εκεί δίνει την ερμηνεία του. Στηρίζεται
υποβασταζόμενος στο τόξο του, για να βρεθεί ευθύς κάτω ξανά. Μεταφέρει το δράμα, το παράπονο, τον πόνο,
αλλά και την αγανάκτηση του με τρόπο που αγκιστρώνει το κοινό πάνω του. Το
σχέδιο που έχει στηθεί εν αγνοία του εναντίον του εντείνει τα δεινά του
χαρακτήρα του. Η θέληση του είναι κραταιά, μα το κορμί του τον προδίδει. Ο Γιώργος Κιμούλης ωστόσο πιστός στην
υποκριτική του τέχνη επιτρέπει στους/στις θεατές του να αφήσουν ένα χαμόγελο να
ξεπροβάλλει, εξαιτίας της παιγνιώδους μεταφοράς ορισμένων λόγων του.
Κύριος συμπρωταγωνιστής του είναι ο Δημήτρης Γκοτσόπουλος στον ρόλο του ήρωα «Νεοπτόλεμου». Ο ηθοποιός μεταφέρει τον χαρακτήρα του «κουβαλώντας» διαρκώς τις κεντρικές θεματικές του έργου, καθήκον, κατανόηση, συμπόνια. Είναι ο ευγενής ήρωας με ιδανικά και βαριά κληρονομιά. Η ερμηνεία του αποπνέει την εσωτερική διαμάχη, με τον κύριο Γκοτσόπουλο να φέρνει μία ανθρώπινη χροιά και να λειτουργεί σαν σύνδεσμος ανάμεσα στον κόσμο και την παράσταση.
Η πρωταγωνιστική τριανδρία ολοκληρώνεται με τον Θοδωρή Κατσαφάδο στον ρόλο του «Οδυσσέα». Ο ηθοποιός αρκείται σε κρίσιμες παρεμβάσεις μέσα στο έργο εξηγώντας στους/στις θεατές το εκάστοτε σχέδιο. Πρόκειται για έναν «Οδυσσέα», ο οποίος απομακρύνεται κατά πολύ από το ηρωικό ιδεώδες και παρουσιάζεται περισσότερο ως «δόλιος», παρά ως «πολυμήχανος». Ο κύριος Κατσαφάδος επιστρατεύει την γλαφυρή του φωνή για να αναπτύξει τα κίνητρα του χαρακτήρα του, ενώ κάθε του λόγος αποτελεί και παγίδα για τον παραλήπτη.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Επ, μη ξεχνάς να σχολιάσειςςς