«Αντιγόνη» (2025): Άραγε, Ο Σοφοκλής Μπορεί Να Συναντήσει Το Μέλλον;
Έχουμε χρόνο για εισαγωγή;
Τι
εννοείτε ότι δεν αναμένατε ένα δεύτερο άρθρο αναφορικά με τα θεατρικά δρώμενα; Αιφνιδιάσαμε
για πολλοστή φορά λοιπόν και το κάναμε πραγματικότητα! Πρόκειται για ένα σύντομο θεατρικό αφιέρωμα εντός ενός κινηματογραφικού
αντίστοιχου. Ο λόγος λοιπόν για το καθολικό έργο παγκόσμιας αναγνώρισης και
κληρονομιάς του μεγάλου τραγικού ποιητή Σοφοκλή
με τίτλο: «Αντιγόνη» (441 π.Χ.). Πρόκειται για ένα έργο που δεν έχει ανάγκη από
συστάσεις, καθώς ενσαρκώνει όλα εκείνα τα ιδανικά και ιδεώδη του ελεύθερου
ανθρώπου, που δεν λυγίζει έναντι ενός αυταρχικού καθεστώτος. Αντιθέτως,
ορθώνει το ανάστημα του/της με αυταπάρνηση, υπακούοντας το άγραφο δίκαιο, που κινεί
τους ανθρώπους να αντισταθούν και να μεγαλουργήσουν. Πάμε λοιπόν να δούμε με ποιον τρόπο παρουσιάστηκε το αρχαίο δράμα στη
σύγχρονη ελληνική σκηνή από την εταιρεία παραγωγής «Εποχή Τέχνης Ε.Ε.».
Πλοκή;
Βρισκόμαστε μετά την τρομερή
σύγκρουση του Άργους με την «επτάπυλη» Θήβα.
Τα δύο αδέλφια Ετεοκλής και Πολυνείκης, γιοι του Οιδίποδα και διάδοχοι του θρόνου της Θήβας,
σκοτώνονται μεταξύ τους και η
διακυβέρνηση της πόλης περνάει στα χέρια του θείου τους, Κρέοντα. Ο Κρέων
θάβει με τιμές ήρωα τον ανιψιό του Ετεοκλή, αλλά διατάζει αμετάκλητα και ρητά
να αφεθεί το άψυχο κορμί του Πολυνείκη άθαφτο να γίνει βοράς, άγριων θηρίων και
ζώων. Η Αντιγόνη, αδελφή των δύο νεκρών
δε δέχεται το τυραννικό αυτό διάταγμα. Αποφασίζει να παρακούσει τη διαταγή
και να ρίξει λίγο χώμα στο σώμα του νεκρού της αδελφού. Μέσα σε ένα κλίμα γενναίας και δίκαιης ανυπακοής, δριμείας και εκδικητικής
τιμωρίας, η Αντιγόνη και ο Κρέων θα συγκρουστούν ανεπανόρθωτα υποστηρίζοντας εκατέρωθεν
ιδεολογικές θέσεις και αντιμετωπίζοντας τις βαρύτατες συνέπειες.
«Στην σκηνή του σκηνοθέτη»:
Ο τίτλος του άρθρου
μπορεί να σας προϊδέασε για το ποιος μπορεί να κρύβεται δημιουργικά στις σκιές
κάτω από την σκηνή, στη θέση του σκηνοθέτη. Η εργογραφία του και συγκεκριμένα η
δική του εκδοχή του «Άμλετ» -την
περσινή καλοκαιρινή σεζόν- δίνει την
εντύπωση ότι πρόκειται για έναν δημιουργό που βλέπει τη μεταφορά των κλασικών
έργων ως μία πρόκληση για κάτι καινούργιο. Αυτός δεν είναι άλλος από τον Θέμη Μουμουλίδη, που επιστρέφει στο
έργο και στα θεατρικά δρώμενα διατηρώντας την αισθητική και τη λογική
που εισήγαγε. Οι εκδοχές και οι παραστάσεις που απεικονίζουν και εξυμνούν την «Αντιγόνη» είναι εκατοντάδες. Αυτή τη φορά όμως συντελείται πραγματικά
κάτι το διαφορετικό και μοναδικό.
Η δυναμική έναρξη του
έργου μιλάει από μόνη της και δεν επιτρέπει στους/στις θεατές να αναρωτηθούν,
αν θα παρακολουθήσουν κάτι το γνώριμο. Το
σύνολο του θιάσου περπατάει με σταθερό βηματισμό, σύμφωνα με τις στοχευμένες
οδηγίες της Πατρίσιας Απέργη. Μετρημένοι, οργανωμένοι και πειθαρχημένοι,
όλοι οι ερμηνευτές ακολουθούν κατά πόδας τον «τύραννο Κρέοντα». Κινούνται περιμετρικά της σκηνής και σε συνδυασμό
με τη μουσική Σταύρου Γασπαράτου δεν
αφήνουν πολλά περιθώρια παρέκκλισης. Η εισαγωγή της «Αντιγόνης» στο έργο γίνεται με τον ακριβώς αντίθετο τρόπο. Τρέχει στις σκιές, κυνηγημένη από ένα φως
αναζήτησης, όμοιο με προβολέα ελικοπτέρου. Με αυτό τον τρόπο διαχωρίζει
πλήρως τη θέση της από το σύνολο, στοιχείο
προοικονομίας, δίχως να ειπωθεί ακόμη η παραμικρή λέξη.
Η
δράση του έργου εκτυλίσσεται στον χώρο ενός νεκροτομείου, το οποίο μεταβάλλεται
σε βασιλική αίθουσα, αφού μέσω του πολέμου και του θανάτου, ο «Κρέων» στέφθηκε
κυβερνήτης και τύραννος της Θήβας. Συγκεκριμένα, η Μικαέλα Λιακατά απλώνει επί σκηνής μία
καρπέτα και τοποθετεί επάνω της μία σειρά από πεσμένες καρέκλες. Στο βάθος στήνει μία κατασκευή, όμοια με
τις «θυρίδες» του νεκροτομείου. Ένας μικρός διάδρομος εκτείνεται από εκεί
φθάνοντας μέχρι και το «χειρουργικό τραπέζι». Αυτό το αντικείμενο ίσως να παρουσιάζει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, καθώς
εκεί συνεδριάζει η αυλή του τυράννου, ο χορός και συνδράμει στην ατμόσφαιρα με
τη φωτιστική του έκπληξη και ελιγμό.
Μιλώντας για τους
φωτισμούς, ο Νίκος Σωτηρόπουλος
καταφέρνει να διαμορφώσει ένα ενδιαφέρον πλαίσιο που η κάθε μεταβολή φωτός
αποτελεί μία νέα εικόνα. Κλειδί του όλου στησίματος είναι ο κεντρικός
προβολέας που επιτρέπει να χρησιμοποιηθούν όλα τα φάσματα των αποχρώσεων, αλλά
και παρεμβάσεις σχημάτων που ανανεώνουν τη στατική σκηνή. Θα αποτελούσε παράλειψη, αν δεν αναφερόμασταν στα κουστούμια της
Βασιλικής Σύρμα. Έχοντας συνεργαστεί ξανά με τον κύριο Μουμουλίδη, έχουν αναπτύξει τη δική τους γλώσσα επικοινωνίας, με
την εκάστοτε αισθητική να συμφωνεί και να αναπτύσσει τους χαρακτήρες στο σύνολο
τους. Αυτός είναι ο λόγος που
επιλέγονται σκούρα χρώματα, πένθιμα, αλλά μοντέρνα για τους πρωταγωνιστές.
Μονάχα, στον χαρακτήρα της «Ισμήνης»
επιτρέπεται το χρώμα, και αυτό είναι το έντονο κόκκινο.
«Στο σανίδι των ηθοποιών»:
Ο
θίασος αποτελείται από δέκα ηθοποιούς, οι οποίοι εκπέμπουν
και επικοινωνούν με την ίδια ένταση και πάθος τους ρόλους τους. Δεν μπορούν όμως να μη ξεχωρίσουν οι δύο
πρωταγωνιστές.
Στον ρόλο της «Αντιγόνης» συναντάμε το καταλυτικό
πρόσωπο της σύγχρονης ελληνικής τραγωδίας, την Λένα Παπαληγούρα. Η ηθοποιός έχοντας δοκιμάσει τον εαυτό της σε όλα
τα μεγάλα έργα και ερμηνεύσει όλους τους σημαντικούς ήρωες/ηρωίδες, επιστρέφει σε έναν προσφιλή προς την
καριέρα της ρόλο. Είναι σύνηθες οι θεατές να ταυτίζουν τους ερμηνευτές με
τους ρόλους τους. Δε θα αποτελέσει υπερβολή, αν ταυτίσουμε και εμείς με τη σειρά μας την κυρία Παπαληγούρα με την ηρωίδα «Αντιγόνη». Ο ρόλος την ανήκει εξ ολοκλήρου, με την ηθοποιό να επιβάλλει την
υποκριτική της τέχνης κατά μήκος της σκηνής. Η ερμηνεία της μεταφέρεται με
μία εύθραυστη δυναμικότητα, κατανοώντας πλήρως την ιδιοσυγκρασία του χαρακτήρα
της. Μοιράζει απλόχερα πολλές στιγμές
συγκίνησης στο κοινό της κορυφώνοντας με έναν εξίσου κορυφαίο μονόλογο.
Ανταγωνιστής,
αλλά συνάμα και συμπρωταγωνιστής της
είναι ο Μελέτης Ηλίας στον ρόλο του
«Κρέοντα». Ο ηθοποιός έχει αποδείξει
την αξία του σε κωμικούς ρόλους στον κινηματογράφο και την τηλεόραση, αλλά κανείς δεν προετοιμάζει για τους
δραματικούς του αντίστοιχους. Σαν από σύμπτωση, με το που εμφανίστηκε στην
σκηνή του θεάτρου Δάσους, ένα πουλί
επιτέθηκε σε ένα μικρότερο γραπώνοντας το στον αέρα! Ο ηθοποιός, δίχως να το γνωρίζει, επέδειξε παρόμοια πυγμή στον ρόλο
του. Η αρχική του εισαγωγή από κοινού με τον χορό, αλλά και αυτή που
ακολούθησε έδωσαν την πληροφορία της υποβόσκουσας οργής. Ο κύριος Ηλίας ήδη από την αρχή φροντίζει να προβάλλει ένα σκληρό
προφίλ, το οποίο τον καταβροχθίζει προοδευτικά κατά τη διάρκεια του έργου.
Η ένταση του βγαίνει στη φωνή και τις κινήσεις, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές
που αποτελεί φυσική απειλή για τους/τις συμπρωταγωνιστές/ συμπρωταγωνίστριες
του.
Ακολουθούν σε
μικρότερους ρόλους ο Μιχάλης Οικονόμου
στον ρόλο του «Φρουρού-Αγγελιοφόρου»,
η Λίλα Μπακλέση στον ρόλο της «Ισμήνης» και ο Γιώργος Νούσης στον ρόλο του «Αίμονα».
Οι τρεις ηθοποιοί είναι εκείνοι που πλαισιώνουν τους πρωταγωνιστές και
μοιράζονται την πλειοψηφία των σκηνών τους. Κοινό σημείο-συναίσθημα των τριών είναι αυτό του φόβου. Οι τρεις
αυτοί χαρακτήρες φοβούνται, αλλά ο καθένας από τη δική του σκοπιά. Ο κύριος Οικονόμου φέρνει έναν τρόμο
απέναντι στο άδικο φταίξιμο και δικαιώνεται με ενοχή όταν παραδίδει την
Αντιγόνη. Η κυρία Μπακλέση μεταφέρει
διττό τρόμο, για την ίδια, αλλά και για την αδελφή της. Η καλύτερη της
στιγμή είναι ο άμεσος και εντατικός διάλογος που μοιράζεται με την Λένα Παπαληγούρα. Τέλος, ο κύριος Νούσης ερμηνεύει μία μορφή
τρομοκρατημένου πάθους. Η αλληλεπίδραση με τον Μελέτη Ηλία είναι επικίνδυνα πηγαία, με τους ερμηνευτές να
κλιμακώνουν σε μία τρομερή σκηνή!
Κλείνοντας, ο χορός των Θανάση Δόβρη, Ιφιγένεια
Καραμήτρου, Λένα Μποζάκη, Βαγγέλη Σαλευρή και Ιώβη Φραγκάτου καλύπτει τα
κενά που αναπόφευκτα δημιουργούνται ανάμεσα στις σκηνές. Αυτή τη φορά ο χορός είναι ο σύνδεσμος των θεατών με το έργο, καθώς
εκφράζουν απόψεις και σκέψεις που περνάν από το μυαλό όλων μας. Σε αυτό
βοηθάει και η ηλικιακή απόκλιση των ερμηνευτών, καθώς καλύπτουν εξίσου το
ηλικιακό φάσμα του κοινού. Λαμβάνοντας οδηγίες από τον κύριο Μουμουλίδη, την κυρία Απέργη, αλλά και τον Ηλία Χατζηγεωργίου, προβαίνουν σε
νευρικές κινήσεις, όταν ο «Κρέων»
απουσιάζει από την σκηνή. Συμβολικά, αυτό
μπορεί να σημαίνει ότι έρχονται σε σύγκρουση με τον ίδιο τους τον εαυτό, καθώς
έχουν υποτάξει τις ψυχές τους στον τύραννο, αλλά όχι το κορμί τους, για αυτό
και αντιδρά.
Clap-Clap:
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Επ, μη ξεχνάς να σχολιάσειςςς