«Tron: Legacy» (2010): Κοσίνσκι και Daft Punk Υπογράφουν την Κληρονομιά!
Έχουμε χρόνο για εισαγωγή;
Με
αυτό το άρθρο συνεχίζεται το σύντομο μας αφιέρωμα στον φανταστικό χαρακτήρα,
-πρόγραμμα- «Τρόν». Μέσα σε αυτό
περικλείεται και το αντίστοιχο αφιέρωμα για τον νέο δημιουργό Τζόσεφ Κοσίνσκι. Αυτή η δημοσίευση
αποτελεί σύνδεσμο όλων αυτών. Ο λόγος
για το πρώτο κινηματογραφικό έργο του καλλιτέχνη με τίτλο: «Tron: Legacy»
(2010). Πάμε να δούμε με ποιον τρόπο επέστρεψε στην ασημένια οθόνη μία
ξεχασμένη ιστορία, μίας εξίσου λησμονημένης ταινίας.
Πλοκή;
Βρισκόμαστε στο Λος Άντζελες των Ηνωμένων Πολιτειών κατά τη δεκαετία του ‘80. Ο Κέβιν Φλίν, διευθυντής της εταιρείας «Encom» εξαφανίζεται μυστηριωδώς. Μετά από χρόνια, ο γιος του, Σάμ ακολουθεί τα χαμένα του ίχνη και μεταφέρεται στο «Δίκτυο». Δε θα αργήσει να αντιληφθεί ότι η ψηφιακή ουτοπία που του είχε περιγράψει ο πατέρας του δεν υπάρχει πια. Έχει αντικατασταθεί από την απολυταρχία του πρώτου προγράμματος, Κλού. Μέσα σε ένα κλίμα αγώνα μέχρι θανάτου με δίσκους και μηχανές, οι ήρωες θα τρέξουν προς την πύλη, πριν αυτή κλείσει και τους εγκλωβίσει στο εσωτερικό του «Δικτύου».
«Στην καρέκλα του σκηνοθέτη»:
Μία
ιστορία αναφορικά με το «Δίκτυο» και
τα «Προγράμματα» απαιτεί ανθρώπους
που να οραματίζονται κόσμους πέρα από κάθε σύμβαση και φαντασία. Ένας από
αυτούς ήταν ο Στίβεν Λίσμπεργκερ, ο
σκηνοθέτης του πρώτου φιλμ της τριλογίας πια. Ο δεύτερος ήταν ο αρχιτέκτονας Τζόσεφ Κοσίνσκι, ο οποίος δεν είχε
επιμεληθεί την σκηνοθεσία άλλης ταινίας μέχρι τότε. Η εταιρεία παραγωγής «Disney» εντούτοις τον εμπιστεύθηκε,
διανύοντας ένα σύντομο διάστημα μίας ιστορικής περιόδου, κατά την οποία δεν
έπαιξε με ασφάλεια και δε φοβήθηκε το δημιουργικό ρίσκο και το καλλιτεχνικό
στοίχημα. Με εμπιστοσύνη προς το πρόσωπο
του και ένα χρηματικό κεφάλαιο ύψους εκατόν εβδομήντα εκατομμυρίων άρχισε να
κατασκευάσει αυτό τον απίστευτο κόσμο.
Στην
ιδιότητα του ως αρχιτέκτονας, είχαμε αναφερθεί στο αντίστοιχο άρθρο για το έργο
«Η Λήθη» (Oblivion, 2013). Η
σκηνοθετική του κατεύθυνση όμως για πρώτη φορά αποκαλύφθηκε σε αυτή ακριβώς την
ταινία. Αρέσκεται στην επένδυση και
οικοδόμηση της σκηνής. Ο χώρος αποκαλύπτεται, οι χαρακτήρες εγκαθίστανται
σε αυτόν και η δράση υπό την ατμοσφαιρική μελωδία των Daft Punk αναπτύσσεται. Δίνει
βάση στη στιγμή της σεκάνς, ενώ κάθε σκηνή ακολουθεί την προοδευτική αφήγηση
και ομολογεί μία ξεχωριστή ιστορία. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, η ταινία να
εμπεριέχει αρκετές στιγμές δράσης και χαρακτήρων που εμπλέκονται μεταξύ τους
και διαμορφώνουν ένα πλαίσιο επάρκειας και πληρότητας. Θα έλεγε κανείς ότι
τηρείτε το αρχαιοελληνικό ρητό: «Μηδὲν ἄγαν»,
καθώς από το σύνολο που παραδίδεται, δεν
αξίζει να αφαιρεθεί ή να προστεθεί κάτι άλλο.
Η
αρχιτεκτονική του εκάστοτε χώρου διαδραματίζει εξίσου σημαντικό ρόλο για την
επίτευξη αυτής της πληρότητας. Υπάρχει
γεωμετρική αρμονία, συμμετρία, η οποία δεν περιορίζεται μονάχα στο περιβάλλον
που εισάγεται, αλλά μεταφέρεται στο κάδρο, την κινηματογράφηση, την κάλυψη.
Στο φιλμ, όπως και στο προκάτοχό του, χρησιμοποιείται μεγάλος όγκος ψηφιακών
εφέ. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι το τελικό αποτέλεσμα απεικονίζεται «τεχνητό» και
ψεύτικο. Εντός του ψηφιακού κόσμου του
«Δικτύου», η ένταξη τους είναι οργανική. Ο περιβάλλοντας χώρος επιτηδευμένα
είναι σκοτεινός, για να καλυφθούν οι αστοχίες της τεχνολογίας. Ακόμα, ο σκηνοθέτης και ο φωτογράφος του,
Κλαούντιο Μιράντα αποφασίσουν να χρησιμοποιήσουν 3D κάμερες για να προδώσουν
περαιτέρω βάθος πεδίου.
Με
θεματικές που αγγίζουν προσωπικά ζητήματα, όπως η σχέση πατέρα-γιού, αλλά φιλοσοφικά, περί ευθύνης δημιουργίας, επίτευξης
της τελειότητας και τάξης και χάους,
το έργο έχει έναν ικανοποιητικό ρυθμό.
Σαν μία ταινία που σέβεται τον εαυτό της και το είδος της επιστημονικής
φαντασίας, δε δύναται να μην ασχοληθεί με προκλητικές θεματικές, αλλά οι συντελεστές γνωρίζουν πως να τις
εντάξουν, δίχως να παρέμβουν στη δράση και στην ανάπτυξη χαρακτήρων. Αυτές
ακριβώς είναι που δίνουν έναν φιλοσοφικό τόνο, ο οποίος διατηρείται κραταιός
καθόλη τη διάρκεια του φιλμ. Εντυπωσιάζει,
αν και δεν το κάνει επί σκοπού και συγκινεί
λόγω της διαχρονικότητας του. Με μία άψογη ισορροπία, το ταξίδι
ολοκληρώνεται με ελπίδα για το μέλλον της ανθρωπότητας.
«Στο σετ του ηθοποιού»:
Στο
έργο επιστρέφουν οι κύριοι πρωταγωνιστές, ενώ
η εισαγωγή νέων χαρακτήρων ανεβάζει την αξία των συμπρωταγωνιστών τους,
αλλά και της ιστορίας.
Ο
Γκάρετ Χέντλαντ ορίζεται ως ο νέος
πρωταγωνιστής στον ρόλο του «Σάμ Φλίν».
Ο χαρακτήρας του έχει ένα συμβατικό ταξίδι ήρωα, και δεν απομακρύνεται από τη
φόρμα του Τζόσεφ Κάμπελ. Ο ηθοποιός ωστόσο ανεβάσει με το εκτόπισμα
και την ερμηνεία του τον ήρωα και τον καθιστά άμεσα σύνδεσμο ταύτισης του
κοινού με τον κόσμο.
Η
Ολίβια Γουάιλντ στον ρόλο του
προγράμματος «Κόρα» δίνει τον
καλύτερο της εαυτό. Παύει να είναι
ερμηνεύτρια του ρόλου και γίνεται ο ρόλος της. Βρίσκεται εκεί για να
ελαφρύνει τον τόνο, αλλά όχι με ανώριμα και φθηνά αστεία. Κομμάτι αυτής της ανάλαφρης της εκδήλωσης ενημερώνει για την αποκάλυψη
της ηρωίδας της.
Ο
Μάικλ Σίν, παρά τη μικρή του
εμφάνιση, κλέβει εξολοκλήρου την παράσταση με τον χαρακτήρα του «Κάστορ/Ζεύς». Στηρίζει την τελική του
εικόνα στην περσόνα του Μάικλ Μπόουι
ως «Ziggy Stardust». Η ενέργεια του δίνει νέα ώθηση στον ρυθμό,
ενώ η σεκάνς στο φουτουριστικό μπάρ «End
Of Line» είναι από τις πιο απολαυστικές.
Αναφορικά
με τις επιστροφές, δε θα μπορούσε να
λείπει ο Τζέφ Μπρίτζες από τον ψηφιακό κόσμο. Στην ταινία ερμηνεύει δύο
κόντρα ρόλους, αφενός τον ψηφιακό
φιλόσοφο-ερημίτη «Κέβιν Φλίν», αφετέρου το πρόγραμμα-δικτάτορα «Κλού». Στην
πρώτη περίπτωση, επιστρέφει στον ρόλο που γνώρισε πριν χρόνια, για να φέρει κάτι καινούργιο, έναν στωικό
«Φλίν», ο οποίος γνωρίζει τι θα συμβεί και πάει με τη ροή των πραγμάτων.
Επιζητούσε την τελειότητα για να αποδεχθεί ότι το χάος παραμένει πιο
δημιουργικό.
Στη
δεύτερη περίπτωση, τα ψηφιακά μέσα
εισάγουν την τεχνική «digital deaging». Είναι ένα από τα πρώτα, αν όχι το
πρώτο φιλμ που χρησιμοποιεί αυτό το εφέ και ανοίγει τον δρόμο για έργα όπως το
«Rogue One» (2016) και «Ο Ιρλανδός» (The Irishman, 2019). Ο
ηθοποιός με αυτό το φίλτρο δίνει τον τραγικότερο
ανταγωνιστή που έχουμε δει σε έργο της «Disney». Ένα πρόγραμμα με απώτερο σκοπό την τελειότητα αναγκάζεται
να ανατρέψει ό,τι γνώρισε για να πετύχει κάτι που δεν γνωρίζει ολοκλήρωση.
Στην
ταινία επιστέφει και ο Μπρούς
Μποξλέιτνερ στον ρόλο του «Άλαν»,
και δίνει τη φωνή του στο πολυαγαπημένο προγράμματα «Τρόν» σε περιορισμένα μόνο κομμάτια. Ο ηθοποιός δεν είχε
συμπεριληφθεί αρχικά, αλλά έπειτα από
απαίτηση των φανατικών οπαδών, οι σεναριογράφοι του έγραψαν ένα κομμάτι. Δε θα μπορούσε να μην εμφανιστεί, ακόμα και
στον σκηνικό χώρο που του αναλογεί. Στο καινούργιο φιλμ με τίτλο: «Tron: Ares» (2025), η αδικαιολόγητη
απουσία του είναι αισθητή.
Cut!
It’s a wrap, programs:
Κλείνοντας,
το έργο είναι ένα σύγχρονο αριστούργημα
της εποχής του. Θυμάμαι, όταν το τρέιλερ της ταινίας είχε εμφανιστεί στη
μεγάλη οθόνη, μονάχα ένας από τους ημιμαθείς θεατές υπήρξε που αναφώνησε: «Είναι ο Τρόν!», προτού πέσουν οι
τίτλοι. Αυτός ήταν ο πατέρας μου. Με
το φιλμ να συναρπάζει τους παλιούς φαν και να δημιουργεί ένα ρεύμα νέων
ακολούθων, γίνεται λόγος για καθολικό
θρίαμβο. Η νέα στείρα και συντηρητική εποχή της «Disney», δεν επέτρεψε στον κόσμο του «Τρόν» να μεταβεί στις κινηματογραφικές αίθουσες εδώ και 15 χρόνια! Με το έργο «Tron: Ares» να εγκαταλείπει τις
αίθουσες, γνωρίζετε ήδη το επόμενο μας άρθρο…
Θα έβαζα με αίσθημα επαρκούς ικανοποίησης (και λίγη νοσταλγία) το απόλυτο 10/10 σε κλίμακα μέτρησης «thank you for the memories».
Διάρκεια: 2 ώρες και 5 λεπτά
Είδος: Επιστημονικής Φαντασίας
Σκηνοθεσία: Τζόσεφ Κοσίνσκι
Πρωταγωνιστές: Τζέφ Μπρίτζες, Γκάρετ Χέντλαντ, Ολίβια Γουάιλντ, Μάικλ Σίν, Μπρούς Μπόξλειτνερ
#ΓιώργοςΤοκμακίδης #GiorgosTokmakidis #Blog #WritersOfTheDigitalRoundtable #Writehood #Άποψη #Κριτική #Κινηματογράφος #JosephKosinski #TronLegacy #ScienceFiction #JeffBridges #GarrettHedlund #OliviaWilde
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Επ, μη ξεχνάς να σχολιάσειςςς