«H μεγάλη του Κινηματογράφου Επισκόπηση»: Ο απόλυτος οδηγός για ταινίες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου κατά τον 20ο αιώνα.
Έχουμε χρόνο για εισαγωγή;
Σε
αυτό το άρθρο θα αρχίσουμε ένα ταξίδι διερεύνησης.
Κάνουμε μία στάση εντός του αφιερώματος μας και αποφασίζουμε να δούμε από κοινού την πορεία εξέλιξης της
απεικόνισης του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου μέσα από τις δεκαετίες του προηγούμενου
αιώνα. Θα θυμηθούμε παλιές ταινίες και θα γνωρίσουμε καινούργιες μέσα από
μία λογική ανάλυση. Είσαστε έτοιμοι και έτοιμες; Πάμε να δούμε μερικές ταινίες!
Δεκαετία
του ‘30: «Σύννεφα πάνω από τον Κινηματογράφο…»
Τα πρώτα έργα κάνουν
την αμήχανη τους εμφάνιση εμπρός ενός παγκόσμιου γεγονότος, που θα άλλαζε την
ιστορία του ανθρώπου και του πλανήτη για πάντα. Το έτος 1938, κατά το οποίο η ναζιστική Γερμανία θέτει δυναμικά σε
εφαρμογή το σχέδιο της για παγκόσμια κυριαρχία, κυκλοφορούν ταινίες που κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου. Μία από
αυτές είναι το «Confessions Of A Nazi
Spy» (1939) σε σκηνοθεσία Ανατόλι
Λίτβακ και παραγωγή «Warner Brothers». Πρόκειται για την ιστορία κατασκόπων των Ναζί που επιχειρούν σε
αμερικανικό έδαφος. Ο ομοσπονδιακός πράκτορας «Έντουαρντ Ρενάρντ», τον
οποίο ερμηνεύει ο ήρεμος δυναμίτης Έντουαρντ
Τζι Ρόμπινσον, καλείται να εξαρθρώσει το κύκλωμα. Ένα φιλμ που αποτέλεσε εισπρακτικό θρίαμβο στην Αμερική, αλλά
πολεμήθηκε από το τότε καθεστώς της Γερμανίας με απαγορεύσεις, απειλές και μηνύσεις.
Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων υπήρχε αστυνομική δύναμη προστασίας στο
σετ. Στους τίτλους τέλους, τα ονόματα
πολλών ηθοποιών αποκρύπτονται ή παρουσιάζονται εμφανώς αλλαγμένα, για να
αποτραπεί οποιαδήποτε τυχόν ταυτοποίηση και αντίποινα προς τους συγγενείς τους.
Δεκαετία
του ’40: «Ο Κινηματογράφος σε Επιστράτευση!»
Η νέα δεκαετία βρήκε
τον κόσμο διχασμένο σε ένα πόλεμο ιδεολογιών, με τη ναζιστική Γερμανία να προελαύνει προς όλες τις κατευθύνσεις, τη Γαλλία να παραδίδεται, την Αγγλία να αλλάζει την στρατηγική της,
την Αμερική να αμφιταλαντεύεται, τη Σοβιετική Ρωσία να αναμένει και τη φασιστική Ιταλία να διαλύεται στην
βόρεια Ήπειρο. Ο κινηματογράφος δεν
μπορούσε να μείνει αμέτοχος και άπραγος εμπρός των εξελίξεων. Δεν μπορεί να
αναδείξει αμιγώς πολεμικά έργα με αχανή πεδία μαχών και αναρίθμητους
κομπάρσους. Αρκείται σε ταινίες
κατασκοπίας, προπαγάνδας και συμβολισμού.
Στην Αμερική δύο ονόματα
πρωταγωνίστησαν με τα φιλμ τους, ενώ πλήθος τόσο έργων, όσο και ντοκιμαντέρ
κατέκλυσαν τις αμερικάνικες αίθουσες. Το πρώτο είναι αυτό του Άλφρεντ Χίτσκοκ με την ταινία «Πριν
Από Τη Θύελλα» (Foreign
Correspondent,
1940) σε παραγωγή «United Artists».
Η τελευταία σκηνή του φιλμ απεικονίζει γερμανικό βομβαρδισμό σε βρετανικό
σταθμό, κάτι που συνέβη στην πραγματικότητα πέντε ημέρες αφού γράφτηκε και
απεστάλη η σκηνή! Ο σκηνοθέτης συνέχισε
το έργο του με την ταινία «Σαμποτέρ» (Saboteur, 1942) σε παραγωγή «Universal».
Αυτό το έργο είναι μία από τις πρώτες ταινίες που εγκαθιστούν την προσωπική
σφραγίδα του Χίτσκοκ να εντείνει την
αγωνία όσο προχωράει η πλοκή, με την κλιμάκωση να φθάνει στην κορυφή του «αγάλματος της Ελευθερίας». Το επόμενο φιλμ του δημιουργού ήρθε
δύο χρόνια αργότερα με τίτλο: «Στον
Ίσκιο Του Θανάτου» (Lifeboat,
1944) σε παραγωγή «Twentieth Century Fox». Τα γυρίσματα
πραγματοποιήθηκαν εξολοκλήρου εσωτερικά, σε μία μεγάλη πισίνα, με τους
ηθοποιούς να βρίσκονται ολότελα βρεγμένοι σε δύο ολοένα κινούμενες βάρκες. Μέλη
του καστ υπέφεραν από ναυτία, ενώ ορισμένοι έπαθαν πνευμονία.
Το
δεύτερο όνομα ήταν αυτό του Μάικλ Κέρτιζ. Ο Ούγγρος
σκηνοθέτης υπήρξε ιδιαιτέρως δραστήριος από τα χρόνια της καριέρας του στην Ουγγαρία, τη Γερμανία και τον τελικό προορισμό του, τις Ηνωμένες Πολιτείες. Είναι υπεύθυνος για ορισμένα από τα πιο κλασικά
έργα του αμερικάνικου κινηματογράφου εκείνης της εποχής. Στο διάστημα του πολέμου συνέδραμε με τον δικό του τρόπο με δύο ταινίες
με παρόμοια θεματολογία αναδεικνύοντας την εναέρια υπεροχή της Αμερικής. Η πρώτη από αυτές ήταν το «Αεροπλάνον Καθέτου Εφορμήσεως» (Dive Bomber, 1941) που γυρίστηκε πριν από την
επίθεση των Ιαπώνων στο Περλ Χάρμπορ
και η δεύτερη το «Captain Of The Clouds»
(1942) που γυρίστηκε στον Καναδά σε παραγωγή «Warner Brothers».
Το πραγματικό αριστούργημα του δημιουργού ήρθε όταν «προσγειώθηκαν» οι ιστορίες
του και απογειώθηκε η θεματική και οι συμβολισμοί της.
Ο λόγος για το κλασικά
αξεπέραστο «Καζαμπλάνκα» (Casablanca, 1942) με τον μονίμως
κουρασμένο, αλλά γοητευτικό Χάμφρεϊ
Μπόγκαρτ και την σχεδόν ονειρική Ίνγκριντ
Μπέργκμαν. Τι να πει κανείς για αυτό το φιλμ; Η κληρονομιά του, αλλά και η
βιβλιογραφία γύρω από αυτό μιλούν από μόνες τους. Τα έχει όλα, σκηνοθεσία, ερμηνείες, ατάκες που σημάδεψαν την κινηματογραφική
κουλτούρα και μία γλυκόπικρη αίσθηση που την ανεβάζει σε συγκεκριμένο και υψηλό
βάθρο. Ο Κέρτιζ με τον Μπόγκαρτ θα αποπειραθούν να επαναλάβουν
το θαύμα με το έργο τους «Δραπέται Της
Κολάσεως» (Passage
To
Marseille,
1944), δίχως βέβαια να τα καταφέρουν παρά τον ωμό ρεαλισμό.
Κλείνοντας με την
πολεμική δεκαετία του ’40, αξίζουν να δοθούν εύσημα στον Γερμανό σκηνοθέτη Φρίτζ Λάνγκ, υπεύθυνο για μερικά από τα
έπη του γερμανικού στούντιο «UFA», όπως το «Οι Ιππόται Της Ομίχλης» (1924) και το «Μετρόπολις» (1927), ο οποίος κατέφυγε
στις Ηνωμένες Πολιτείες και ανέλαβε
δυναμική δράση εναντίον του καθεστώτος της ίδιας του της χώρας. Μερικές από τις
ταινίες του σε Αμερικάνικο έδαφος είναι οι εξής και φέρουν έντονο
συναισθηματισμό: «Γιατί Δεν Σκότωσα Τον
Χίτλερ» (1941), «Και Οι Δήμιοι
Πεθαίνουν» (1943), «Αγάπη Στη Σκιά
Του Φόβου» (1944) και «Μανδύας Και
Στιλέτο» (1946).
Δεκαετία
’50: «Νέο Στοίχημα, Νέο Ρίσκο»!
Η νέα δεκαετία βρίσκει
τους νικητές του πολέμου σε δυναμικό ανταγωνισμό μεταξύ τους, που λαμβάνει
πολεμική διάσταση στην Κορέα με τον
επακόλουθο «Πόλεμο της Κορέας»
(1950-1953). Στον κινηματογράφο οι
μεγάλες εταιρείες παραγωγής αρχίζουν να απεικονίζουν επιχειρήσεις πια πολεμικού
επιπέδου. Φαίνεται μέσα από τους αριθμούς και τις επιλογές τους, ότι
δείχνουν την προτίμηση τους στα γεγονότα που συνέβησαν κατά τη διάρκεια των μαχών στη βόρεια Αφρική, στη διαβίωση των κρατουμένων πολέμου, αλλά
και στις ανθρώπινες σχέσεις εν καιρώ
πολέμου.
Η
παντοδυναμία των σκηνοθετών αρχίζει να υποχωρεί, έναντι της αναγνωρισιμότητας
και της δημοφιλίας των πρωταγωνιστών τους, οι οποίοι αναλαμβάνουν πια την προώθηση των εκάστοτε φιλμ. Σε αυτή την εποχή
ονόματα, όπως αυτό του αυστηρού στυλοβάτη Τζέιμς
Μέϊσον αποτελούν εγγύηση, με τον ηθοποιό να μεταφέρει τον χαρακτήρα του
γερμανού στρατηγού Έρβιν Ρόμμελ σε δύο
διαφορετικά έργα. Το πρώτο είναι το «Ρόμμελ,
Η Αλεπού Της Ερήμου» (The
Desert
Fox:
The
Story
Of
Rommel,
1951) σε σκηνοθεσία Χένρι Χάθαγουεϊ
και το δεύτερο το «Dessert
Rats» (1953) σε σκηνοθεσία Ρόμπερτ Γουάιζ, με τον Ρίτσαρντ Μπάρτον να αναλαμβάνει το
αντίπαλο δέος του Μέϊσον, και να
δείχνει στη βιομηχανία του Χόλυγουντ
ότι διεκδικεί μία θέση στα μεγάλα ονόματα.
Αξίζει να σημειωθεί πως σε αυτή τη δεκαετία όλοι επιθυμούν μερίδιο από την επιτυχία του νέου κινηματογραφικού είδους, με την παραγωγή ταινιών να είναι κυριολεκτικά μαζική. Το δεύτερο όνομα που ξεχωρίζει είναι αυτό του Γουίλιαμ Χόλντεν που διανύει την καλύτερη δεκαετία της καριέρας του. Πρωταγωνιστεί στην ταινία: «Ο Καταδότης Του Θαλάμου 17» (Stalag 17, 1953), η οποία συνδυάζει άριστα το πολεμικό δράμα των φυλακισμένων με στοχευμένες ανάλαφρες στιγμές που φλερτάρουν με την κωμωδία. Αν αυτό το πάντρεμα φαντάζει αδύνατον, αρκεί να δούμε το όνομα που βρίσκεται πίσω από αυτή την ιδέα και δεν είναι άλλο από αυτό του πλεονέκτη Μπίλι Γουάιλντερ. Ο Χόλντεν θα αποσπάσει βραβείο όσκαρ πρώτου ανδρικού ρόλου και θα εδραιωθεί στον χώρο.
Η επανάληψη του θριάμβου του θα έρθει μετά
από λίγα χρόνια με το κλασικό αριστούργημα του μεθοδικού Ντέιβιντ Λίν με τίτλο:
«Η Γέφυρα Του Ποταμού Κβάι» (The
Bridge
On
The
River
Kwai,
1957). Θα ήταν άδικο ωστόσο να επικεντρωθούμε στον προαναφερόμενο ηθοποιό και
να μην κάνουμε μία αναφορά στο ηχηρό
ερμηνευτικό εκτόπισμα του Σερ Άλεκ Γκίνες, που κερδίζει με τη σειρά του ένα
από τα επτά βασικά βραβεία όσκαρ.
Το τρίτο όνομα που θα απασχολήσει τη βιομηχανία για την υποκριτική του δεινότητα είναι αυτό του Μοντγκόμερι Κλίφτ. Ο ηθοποιός εξαιρετικά εμπρός της εποχής του φέρνει μία ερμηνευτική προσέγγιση και τρόπο που παρατηρείται στο σύγχρονο πλέον κινηματογράφο. Η δύναμη του εντούτοις βρίσκεται στην αλληλεπίδραση με τους συμπρωταγωνιστές του όπως αυτή που αναδεικνύεται μέσα από το φιλμ «Όσο Υπάρχουν Άνθρωποι» (From Here To Eternity, 1953) σε σκηνοθεσία Φρέντ Ζίνερμαν. Το έργο δεν απεικονίζει τον πόλεμο, αλλά καταλυτικές στιγμές πριν την έναρξη αυτού, ενώ μας δίνει μία σεκάνς με το πιο διάσημο φιλί που δόθηκε ποτέ μέχρι τότε επί οθόνης. Η ταινία απέσπασε οχτώ όσκαρ με τους πρωταγωνιστές Κλίφτ και Μπάρτ Λάνκαστερ να έχουν πολλές πιθανότητες να βρίσκονται ανάμεσα στους νικητές.
Η δεύτερη ταινία που
καταφέρνει να συναρπάσει για τους ίδιους λόγους είναι «Ο Χορός Των Καταραμένων» (The Young Lions, 1958) σε σκηνοθεσία Έντουαρντ Ντμίτρικ. Ο Μοντγκόμερι Κλίφτ έρχεται αντιμέτωπος με
τον Μάρλον Μπράντο σε μία σύγκρουση που δεν τους μετατρέπει σε εχθρούς, αλλά σε
θύματα του ίδιου τους του πολέμου.
Κλείνοντας θα ήταν κρίμα να μη μιλήσουμε για ένα φιλμ σοβιετικής παραγωγής με τίτλο «Η Μπαλάντα Ενός Στρατιώτη» (1959) σε σκηνοθεσία Γκριγκόρι Τσουχράι που καταφέρνει να απεικονίσει ρεαλιστικά τον γλυκόπικρο ρομαντισμό της ρωσικής αισθητικής.
Δεκαετία
του ’60: «Η Εποχή Των Επών!»
Η νέα δεκαετία βρίσκει
τη ψυχρή σύγκρουση σε ιδιαίτερη θέρμη, με
την κρίση των πυραύλων στην Κούβα (1962), αλλά και τη σύγκρουση στο Βιετνάμ που μετατρέπεται σε κανονικό
πόλεμο (1965-1973). Στον κινηματογράφο
δίνεται το «πράσινο φως» για έργα-έπη μεγάλης κλίμακας για να διατηρηθεί ο
εμπόλεμος ενθουσιασμός και να γίνει μία επίδειξη δύναμης μέσα από τις νίκες του
παρελθόντος.
Αυτός είναι ο λόγος που
βλέπουμε ταινίες με μεγάλη συγκέντρωση ηθοποιών να ερμηνεύουν ρεαλιστικά ή
φανταστικά πρόσωπα εξίσου γνωστών επιχειρήσεων όπως η Απόβαση στη Νορμανδία. Ο Τζέι
Λι Τόμσον κάνει το μεγάλο άνοιγμα με ταινίες όπως «Τα Κανόνια Του Ναβαρόνε» (Guns Of Navarone, 1961) φέρνοντας
μεγάλα ονόματα μαζί όπως τον Γκρέγκορι
Πεκ, τον Ντέιβιντ Νίβεν, τον Άντονι Κουίν, τον Άντονι Κουέιλ και τη δική μας Ειρήνη
Παπά. Ο σκηνοθέτης δείχνοντας τον δρόμο και στους υπόλοιπους θα δώσει την
σκυτάλη στον Άντονι Μάν με το φιλμ «Οι Ήρωες Του Τέλεμαρκ» (1965), στον Ρόμπερτ Άλντριχ με το έργο «Και Οι 12 Ήταν Καθάρματα» (1967) και
στον Μπράιν Τζι Χάττον με την ταινία
«Όπου Τολμούν Οι Αετοί» (1968).
Ο σκηνοθέτης Κέν Άννακιν από την άλλη θα
εκμεταλλευθεί την εποχή και τα μέσα που έχει στη διάθεση του και θα παραδώσει
το φιλμ με τίτλο: «Η Πιο Μεγάλη Μέρα Του
Πολέμου» (The
Longest
Day,
1962) απεικονίζοντας την απόβαση στη
Νορμανδία και την προέλαση του αμερικανικού στρατού. Η κλίμακα του έργου ξεπερνάει τα δεδομένα της εποχής και θυμίζει
ντοκιμαντέρ, λόγω της συνειδητής επιλογής να γυριστεί ασπρόμαυρη. Ο Τζον Γουέιν, ο Ρίτσαρντ Μπάρτον, ο Χένρυ
Φόντα, ο Ρόμπερτ Ράϊαν είναι
μερικοί μονάχα από τους πρωταγωνιστές σε αυτή την εξίσου μεγάλη ταινία. Το
εγχείρημα θα επαναληφθεί με την άτυπη συνέχεια και την αντεπίθεση των Γερμανών
στην ταινία: «Η Μάχη Των Αρδεννών» (Battle Of The Bulge, 1965).
Αφήνοντας τον πόλεμο
αυτόν καθ’ αυτόν, αλλά μένοντας στο πολεμικό είδος βλέπουμε φιλμ που θέλουν να δώσουν περισσότερη
έκταση και φως σε σημαντικά γεγονότα του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου. Αυτό
έχει ως αποτέλεσμα το δικαστικό δράμα του Στάνλει
Κράμμερ με τίτλο: «Η Δίκη Της
Νυρεμβέργης» (Judgment
At
Nuremberg,
1961), κατά τη διάρκεια της οποίας δικάστηκε η ηγεσία και οι συνεργάτες των
Ναζί. Το έργο του Τζον Στάρτζες με
τίτλο: «Η Μεγάλη Απόδραση» (The Great Escape, 1962) ρίχνει φως στην πραγματική
απόδραση κρατουμένων πολέμου και τη διεκπεραίωση τους στην Ευρώπη, με τον Στήβ Μακουίν να χαρίζει μεγάλες
κινηματογραφικές στιγμές. Τέλος, η ταινία του γνώριμου πια Ανατόλι Λίτβακ με τίτλο: «Η Νύχτα Των Στρατηγών» (The Night Of The Generals, 1967) κάνει λόγο για
τη μυστική επιχείρηση των ίδιων των Γερμανών εναντίον του Χίτλερ, με τους Πήτερ Ο’Τουλ και Ομάρ Σαρίφ να συναντιούνται ξανά επί οθόνης μετά από τον «Λώρενς Της Αραβίας» (1962).
Δεκαετία
του ’70: «Φθίνουσα Πορεία…»
Η νέα δεκαετία βρίσκει
τον κόσμο σε αναταραχή, με τα διάφορα κινήματα, μέσα στα οποία υπάρχει και αυτό
κατά του πολέμου, να έχουν μεγάλη απήχηση στην κοινωνία. Το πολεμικό είδος περνάει κρίση και ακολουθεί μία πραγματικά φθίνουσα
πορεία με τους παραγωγούς να μην έχουν νέες ιδέες και να μη θέλουν να έχουν,
δεδομένης της αλλαγής που υφίσταται και η ίδια η βιομηχανία του κινηματογράφου.
Τα μοναδικά αξιόλογα φιλμ
που έχουμε βρίσκονται στις αρχές της δεκαετίας, που οι προαναφερθείσες αλλαγές
δεν έχουν ακόμη εδραιωθεί. Αυτός είναι ο λόγος που έχουμε την απόλυτη βιογραφική
του Φράνκλιν Τζέι Σάφνερ με
επίκεντρο την πληθωρική προσωπικότητα του στρατηγού Τζόρτζ Πάττον στο έργο με τίτλο: «Πάττον, Ο Θρύλος Της Νορμανδίας» (Patton, 1970) με πρωταγωνιστή τον
ανεπανάληπτο Τζόρτζ Σκόττ, ο οποίος
δίνει πραγματικά ερμηνεία καριέρας και λαμβάνει ένα από τα επτά βραβεία όσκαρ.
Ο Φράνσις Φόρντ Κόπολα υπογράφει το
σενάριο.
Η δεύτερη ταινία που
προκαλεί αίσθηση λόγω του μεγέθους της είναι η συμπαραγωγή και συνεργασία των
σκηνοθετών Ρίτσαρντ Φλέισερ, Κίντζι Φουκουσάκου και Τοσίο Μασούντα στο φιλμ με τίτλο: «Η Εποποιία του Περλ Χάρμπορ» (Tora Tora Tora, 1970). Η ταινία συναρπάζει με το πλήθος πρακτικών εφέ που χρησιμοποιεί για τη
μέγιστη πιστότητα και επιβραβεύεται με το αντίστοιχο βραβείο όσκαρ. Μετά
από λίγα χρόνια θα έχει και συνέχεια με το έργο «Η Ναυμαχία Του Μίντγουεϊ» (1976), δίχως όμως την πρωθύστερη του
επιτυχία.
Η δεκαετία κλείνει με
την τελευταία ταινία της εποχής της βασισμένη στο βιβλίο του Κορνίλιους Ράϊαν με τίτλο: «Η Γέφυρα Του Άρνεμ» (A Bridge Too Far, 1977) σε σκηνοθεσία Ρίτσαρντ Άτενμπόροου. Αν μία εποχή
πρέπει να παρέλθει, αυτό το φιλμ είναι ιδανικό για να επισφραγίσει τον επίλογο.
Ένα οπτικό έπος μεγάλης διάρκειας με
σημαντική συγκέντρωση ηθοποιών όπως ο Λόρενς Ολίβιε, ο Σον Κόνερι, ο Μάικλ
Κέιν, ο Άντονι Χόπκινς και φυσικά πολλοί ακόμη.
Δεκαετία
’80: «Το Τέλος Του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου…»
Τα έργα με τον δεύτερο
παγκόσμιο πόλεμο αποτελούν πλέον ιστορία, καθώς οι παραγωγοί βρήκαν νέο τρόπο
να ανανεώσουν το είδος, απεικονίζοντας ιστορίες από το μέτωπο του Βιετνάμ. Δε
θα ασχοληθούμε όμως με αυτόν τον πόλεμο, θα
αρκεστούμε στο να αναφέρουμε τις ελάχιστες ταινίες αυτής της δεκαετίας, που
ασχολήθηκαν διατηρώντας ένα επίπεδο στη νέα αυτή πραγματικότητα.
Αυτός είναι εξάλλου ο
λόγος που το πρώτο φιλμ για το οποίο θα μιλήσουμε δεν προέρχεται από την Αμερική, αλλά από την Γερμανία. Ο Βόλφκανγκ Πήτερσεν με το έργο του: «Υποβρύχιο U-96: Επιστροφή Στην Κόλαση»
(Das
Boot,
1981) μεταφέρει στην οθόνη μία ιστορία
μέσα από το εσωτερικό των διαβόητων υποβρυχίων κλάσης «U-Boat», δίνοντας μία ρεαλιστική και
φρέσκια προσέγγιση πάνω στη διαβίωση των κυβερνητών και των ναυτών τους.
Χρειάστηκε να περάσουν δεκατέσσερα χρόνια και μία απεικόνιση φανταστικής
συνθήκης σύγκρουσης για να ξεπεραστεί αυτή η ταινία.
Το επόμενο φιλμ που
εκπλήσσει για την πρωτοτυπία της ιστορίας του έρχεται από τον νέο τότε δημιουργό
Στήβεν Σπίλμπεργκ που πρωταγωνιστεί
στα κινηματογραφικά δρώμενα από τα μέσα της δεκαετίας του ’70 μέχρι και σήμερα.
Ο λόγος για μία από τα άγνωστα σχετικά
έργα του με τίτλο: «Η Αυτοκρατορία Του Ήλιου» (Empire Of The Sun, 1987). Αυτή η ιστορία ακολουθεί
ένα νεαρό αγόρι που χωρίζεται από την οικογένεια του κατά την εισβολή των
Ιαπώνων στη Σαγκάη και μεγαλώνει σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Στον ρόλο του
αγοριού βρίσκεται ο ανήλικος τότε Κρίστιαν
Μπέιλ και δείχνει στους φτασμένους ηθοποιούς πως δίνεται μία μεγάλη
ερμηνεία.
Η
δεκαετία κλείνει με την ταινία του Ρολάν Ζοφέ σχετικά με το πρόγραμμα
«Μανχάταν» και τη δημιουργία της ατομικής βόμβας με τίτλο: «Οι Άνθρωποι Της
Σκιάς» (Fat
Man
And
Little
Boy,
1989). Ο Ζοφέ μας δείχνει τριάντα τέσσερα χρόνια πριν την ταινία του Κρίστοφερ Νόλαν «Οπενχάιμερ» (2023) με ποιον τρόπο σκέφτηκε να φέρει την ιστορία
στην οθόνη. Το μεγάλο πλεονέκτημα του
φιλμ είναι η συμμετοχή του Πωλ Νιούμαν σε αυτό, ο οποίος φέρνει έναν κλασάτο ερμηνευτικό
αέρα στον ρόλο του.
Δεκαετία
’90: «Ωμός Ρεαλισμός…»
Η νέα δεκαετία
επιφυλάσσει μία έκπληξη για τον «Δυτικό
Κόσμο». Η «Σοβιετική Ένωση»
διαλύεται και μαζί της κλείνει ο κύκλος του «Ψυχρού Πολέμου». Ο
κινηματογράφος βιώνει άλλη μία αλλαγή με την είσοδο του ψηφιακού μέσου στη
βιομηχανία. Τα έργα με τη θεματική του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου δεν
είναι αρκετά, αλλά έχουμε τα καλύτερα δείγματα
του είδους εκείνη ακριβώς την στιγμή, στο τέλος της δεκαετίας, στο τέλος του
αιώνα.
Το όνομα του Στήβεν Σπίλμπεργκ θα πρωταγωνιστήσει σε
αυτή τη δεκαετία, καθώς οφείλεται για τις δύο από τις τέσσερις ταινίες για τις οποίες
θα μιλήσουμε. Η πρώτη είναι η
εξομολογητικό του φιλμ με τίτλο: «Η Λίστα Του Σίντλερ» (Schindler’s List, 1993). Ποτέ ξανά δεν
απεικονίστηκε το ολοκαύτωμα του εβραϊκού λαού με τόση ένταση και ρεαλισμό. Ο σκηνοθέτης επιλέγει επιτηδευμένα την
ασπρόμαυρη κινηματογράφηση, γεγονός που προσδίδει στον ρεαλισμό. Οι
ερμηνείες των Λίαμ Νίσον, Ράλφ Φάινς και Μπεν Κίνγκσλει απογειώνουν το ήδη υψηλό επίπεδο, με τον Σπίλμπεργκ να κερδίζει βραβείο όσκαρ
καλύτερης ταινίας και καλύτερης σκηνοθεσίας.
Ο
δρόμος είναι ανοιχτός για τη δική του εκδοχή της απόβασης στη Νορμανδία με το
δεύτερο του αριστούργημα: «Η Διάσωση Του Στρατιώτη Ράϊαν»
(Saving
Private
Ryan,
1998). Με αυτό το έργο σφραγίζει απόλυτα τη συνεισφορά στον κινηματογράφο και
χαρίζει στο κοινό την απόλυτη εμπειρία πολεμικής ταινίας. Καμία άλλη δεν την ξεπέρασε και δε θα την ξεπεράσει! Οι βετεράνοι
που ζούσαν, όταν κυκλοφόρησε η ταινία, με δάκρυα στα μάτια δήλωσαν ότι αυτό
ακριβώς είχαν βιώσει. Ηθοποιοί, όπως ο Τόμ
Χάνκς, ο Τόμ Σαίζμορ, ο Έντγουαρντ Μπέρνς, ο Τζιοβάνι Ριμπίσι και ο Μάτ Ντέιμον μεταφέρουν τους χαρακτήρες
τους με τον πιο ρεαλιστικό και ταιριαστό τρόπο.
Τα τελευταία δύο φιλμ
αυτής της επισκόπησης έγραψαν τη δική τους ιστορία στο κομμάτι του πολέμου, στο
οποίο αναφέρονται. Η πρώτη είναι «Ο
Άγγλος Ασθενής» (1996) του Άντονι Μιγκέλα με τον Ράλφ Φάινς και την Ζιλιέτ
Μπινός. Πρόκειται για ένα έργο που δεν μπορείς να δεις πολλές φορές, αλλά
μία προβολή αρκεί για να την θυμάσαι για όλη σου τη ζωή, με τον Μιγκέλα να παραδίδει ένα έπος
ερωτικής-τραγικής ιστορίας, όμοιας της δεν έχει βγει ξανά.
Η
δεύτερη ταινία προέρχεται από τον φιλόσοφο της έβδομης τέχνης, Τέρενς Μάλικ, ο
οποίος με το φιλμ του «Λεπτή Κόκκινη Γραμμή» (1998) κοντράρει ανοιχτά τον
Σπίλμπεργκ. Εμείς από μεριάς μας θα πούμε ότι είναι
και οι δύο νικητές σε αυτή την ευγενή διαμάχη, δεδομένου ότι ο Μάλικ συγκεντρώνει τη μισή βιομηχανία
του θεάματος, για να συμμετάσχει στο φιλμ του σε μικρούς ρόλους. Ένα πνευματικό και έντονα συναισθηματικά
φορτισμένο ταξίδι εν μέσω διαρκών μαχών, το οποίο αναγκάζει τους πρωταγωνιστές
του να αναρωτηθούν που βρίσκεται ο Θεός σε όλη αυτή την καταστροφή και ποιος
είναι ο πραγματικά δίκαιος σε αυτό τον πόλεμο…
Cut! It’s a wrap, we are
going home:
Ο δεύτερος παγκόσμιος
πόλεμος αποτέλεσε πεδίο έμπνευσης για τους κινηματογραφιστές και παραγωγούς για
τους δικούς τους λόγους κατά το πέρας των δεκαετιών. Σαν είδος έχει πλέον εκλείψει, όπως άλλωστε και το γουέστερν με το
οποίο φέρει πολλά κοινά στοιχεία. Εντούτοις, δεν έχει εξαφανιστεί τελείως. Χρησιμοποιείται ως ιστορικό πλαίσιο
για ταινίες που δεν επικεντρώνονται στο κομμάτι του πολέμου. Με αυτό το εκτενές άρθρο καλύψαμε μονάχα
ένα κομμάτι αυτού του «κόσμου», που δημιουργήθηκε για έναν από τους
χειρότερους πολέμους που είδε ποτέ το γένος των ανθρώπων, και που ελπίζουμε να μη ζήσουμε να δούμε ξανά, παρά
μόνο σε ταινίες.
#ΓιώργοςΤοκμακίδης #GiorgosTokmakidis #Blog #WritersOfTheDigitalRoundtable #Writehood #Άποψη #Κριτική #Κινηματογράφος #Drama #War #Antiwar #AlfredHitchcock #MichaelCurtiz #FritzLang #JamesMason #WilliamHolden #DavidLean #AlecGuiness #MontgomeryClift #JLeeThompson #GregoryPeck #KenAnnakin #JohnWayne #SteveMcQueen #GeorgeCScott #RichardAttenborough #WolfgangPetersen #StevenSpielberg #AntonnyMiguella #TerrenceMalick
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Επ, μη ξεχνάς να σχολιάσειςςς